Εκείνο το πρωί, καθώς άνοιξα τα μάτια μου, κατάλαβα ότι ήταν η πρώτη μέρα της υπόλοιπης ζωής μου. Γυρνούσα από τον στρατό, δε θα ζούσα πια μαζί με 30 ακόμα φαντάρους. Δεν θα έχυνα άλλο αίμα, δε θα ήμουν μάρτυρας ενός ακόμα μακελειού.
Γυρνούσα σπίτι μου. Στον Σάμμι μου. Στα γράμματα του, ο αδερφός μου ο Σαμ μου έγραφε για το πως περνούσε, για τη δουλειά του στο αρχιτεκτονικό γραφείο, για τον Μπόουνς, τον σκύλο του, για την καθημερινότητά του. Για δύο χρόνια ήξερα τα πάντα για το πως ζούσε, αν ήταν καλά, τι έκανε κάθε μέρα. Όταν ξαφνικά, κατά τον τρίτο μου χρόνο στο τάγμα, τα γράμματα του σταμάτησαν. Ένιωσα ανησυχία, φοβήθηκα μήπως είχε πάθει κάτι… ευτυχώς ο διοικητής μου με ενημέρωσε πως ο αδελφός μου ήταν καλά, απλώς τα γράμματα όλων μας είχαν καθυστερήσει. Διάβασα με ανακούφιση τα τρία νέα γράμματα, χαμογελώντας.
Τώρα γυρνούσα στη πατρίδα ξανά. Ήμουν χαρούμενος, θα ήμουν ξανά με την οικογένεια μου, κι ας ήταν πια διαλυμένη. Οι γονείς μου είχαν χωρίσει. Ο πατέρας είχε αφήσει την μαμά μου για άλλη γυναίκα. Εκείνη έμενε με τον Σάμμι όταν έφυγα εγώ.
Έφτασα στο διαμέρισμα του Σαμ και χτύπησα τη πόρτα. Την άνοιξε ένας νεαρός άνδρας που δε γνώριζα, φορώντας μια ρόμπα. Τη δική μου ρόμπα! Το πρόσωπο του, χωρίς καμία γραμμή ηλικίας, ήταν φωτεινό και βαριεστημένο, καθώς με περιεργαζόταν. Είχε φωτεινά γαλάζια μάτια, μαύρα μαλλιά και γεμάτα ροζ χείλη, που με έκαναν να δαγκώσω τα δικά μου.
Γαμώτο.
Ποτέ δεν έκρυψα την έλξη που μου ασκούσαν οι άνδρες. Ποτέ, εκτός από τον στρατό. Εκεί ήταν ανεπίτρεπτο. Ο μόνος που γνώριζε για τη σεξουαλικότητα μου ήταν ο φίλος μου και πρώην εραστής μου, Μπένι. Ήταν ο πρώτος που με βοήθησε καθ'ολη τη διάρκεια της παραμονής μου στο στρατόπεδο. Ήταν ο πρώτος άντρας που με βοήθησε να ανακαλύψω τον εαυτό μου. Ήλπιζα ο Σάμμι να καταλάβαινε. Να του φαινόταν εντάξει που μου άρεσαν και τα δύο φύλα. Ήταν μυαλωμένο παιδί. Ήλπιζα να με δεχόταν, όπως είμαι.
Ο άνδρας στη πόρτα με κοιτούσε ερωτηματικά, καθώς τον έγδυνα με τα μάτια μου. Ποιος να ήταν; Ίσως κάποιος φίλος, συνάδελφος του Σαμ;
«Παρακαλώ;» ρώτησε και η βαθιά σεξι φωνή του έφτασε ως τους βουβώνες μου.
Ξερόβηξα.
«Είμαι ο αδερφός του Σαμ. Από τον στρατό.»
Είδα στα μάτια του την αναγνώριση καθώς ανασήκωσε τα φρύδια του και έκλεισε πιο πολύ τη ρόμπα του. Την ρόμπα μου.
«Ω. Εχμ. Μάλιστα. Ο Σάμμι είπε ότι μπορεί να ερχόσουν σήμερα… Θα γυρίσει σε λιγάκι από τη δουλειά…» απάντησε, κοκκινίζοντας. Παραμέρισε από τη πόρτα για να με αφήσει να μπω. «Σου έχω ετοιμάσει το δωμάτιο. Θα είσαι κουρασμένος.» μου είπε και πήρε τον σάκο μου. Τον ακολούθησα σιωπηλός, θαυμάζοντας τον σφιχτό πισινό του, που διαγραφόταν κάτω από τη ρόμπα. Δε φορούσε τίποτα. Αυτό το γεγονός έκανε το πουλί μου να αναθαρρέψει, ευχαριστημένο. Μα ποιος ήταν;
«Η μητέρα μου;» ρώτησα.
Ο άνδρας με κοίταξε, χαμογελώντας. «Μετακόμισε ένα τετράγωνο πιο κάτω. Ο Σαμ δε στο έγραψε;»
Κούνησα αρνητικά το κεφάλι.
Επίσης δε μου έγραψε ότι συγκατοικεί με έναν σεξι, άγνωστο άντρα.
Ποιος είσαι τέλος πάντων;
«Με λένε Καστιέλ, παρεμπιπτόντως. Είμαι… ο αρραβωνιαστικός του Σαμ.» Τον κοίταξα, με γουρλωμένα μάτια. Τι σκατά; Ο Σάμμι ήταν... του άρεσαν οι γυναίκες. Ήμουν 100% σίγουρος ότι ο Σάμμι γούσταρε βυζιά. Πως ήταν δυνατόν;
Ο όμορφος Καστιέλ χαμήλωσε το βλέμμα, σαν να ντρεπόταν.
«Του είχα πει ότι μπορεί να αντιδρούσες έτσι. Αδερφός στο στρατό και όλα αυτά… πρέπει να είσαι προκατειλλειμένος…»
Τι λέει; Νομίζει ότι τον θεωρώ αποκρουστικό;
Τον κοίταξα απορημένος καθώς τακτοποιούσα τα πράγματα μου στη ντουλάπα.
«Φυσικά και όχι!» απολογήθηκα δυνατά. Ο άνδρας με κοιτούσε με ενδιαφέρον. «Απλά δε το περίμενα. Ο αδερφός μου ήταν πάντα τόσο… ανοιχτός σχετικά με τη σεξουαλικότητα του… τον θεωρούσα ότι… ξέρεις» ανασήκωσα τους ώμους. «Δε σας κρίνω. Κι εγώ είμαι… της ίδιας πάστας» είπα χαμογελώντας, κλείνοντας του το μάτι. Εκείνος χαμογέλασε ντροπαλά, κοιτώντας κάτω.
«Θα σε αφήσω να τακτοποιηθείς. Κοιμήσου αν θέλεις… Θα – Θα βρίσκομαι κάτω, στη κουζίνα αν με χρειαστείς κάτι…»
Ήθελε να φύγει. Δεν τον συγκράτησα. Ήθελα να μείνω μόνος. Η στύση μου με πίεζε αφόρητα. Χριστέ μου. Λες και ήμουν 15.
Τι μου συμβαίνει γαμώτο;
Είναι απλά ένας άνδρας, για όνομα του θεού! Ο μελλοντικός γαμπρός μου!
Δεν μπορούσα να συγκρατήσω τις σκέψεις μου. Αυτός ο άνδρας δεν γνώριζε τι επίδραση είχε πάνω μου και δεν τον ήξερα καν!
Σύνελθε φίλε. Σύνελθε πια.
Ξάπλωσα στο κρεβάτι, κλείνοντας τα μάτια, αφήνοντας το μυαλό μου να αφεθεί στο μαγεία την γαλάζιων ματιών του Καστιέλ.
