Πριν από τέσσερα χρόνια ακριβώς ανακάλυψα το FanFiction με τα αποτελέσματα που βλέπουμε σήμερα. Τότε έγραψα μία πρωτόλεια ιστορία για την Ρενέσμε και τον Τζέικομπ, την οποία αποφάσισα να μοιραστώ μαζί σας έπειτα από μερικές διορθώσεις. Μέσα στο επόμενο διάστημα θα την ανεβάσω ολοκληρωμένη. Ελπίζω να την βρείτε διασκεδαστική παρά τις όποιες αδυναμίες της. Είναι μία διαφορετική προσέγγιση από τα Ερωτικά Θραύσματα, κάτι που φαίνεται αμέσως πιστεύω. Όπως πάντα στηρίζομαι στα σχόλια σας και τις εντυπώσεις σας. Επίσης, το ξέρετε πια, δεν μου ανήκει τίποτα εκτός από την αποδοχή σας. Καλή ανάγνωση!

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Οι τελευταίοι βρικόλακες έφυγαν λίγο πριν δύσει ο ήλιος. Ο Έντουαρντ Κάλεν μπόρεσε επιτέλους να αναπνεύσει ελεύθερα – μεταφορικά μιλώντας. Οι περασμένοι μήνες ήταν γεμάτοι εντάσεις και δράματα. Πρώτα η εγκυμοσύνη της Μπέλα, η μετάλλαξη της, ύστερα η γέννηση της Ρενέσμε, η γρήγορη ανάπτυξη της, η ανάμειξη της Ιρίνα, η απειλή των Βολτούρι. Τόσα γεγονότα και ούτε στιγμή να μπορέσει να σταματήσει να σκεφτεί τι του συνέβαινε. Όχι με όλες αυτές τις απανωτές εξελίξεις και όχι με τόσους επισκέπτες και τις συνεχείς φωνές τους μέσα στο κεφάλι του. Τώρα είχε έρθει επιτέλους η ώρα να ηρεμήσει.

Οι εχθροί με τους κόκκινες μανδύες είχαν νικηθεί και αποχωρήσει ντροπιασμένοι αφήνοντας τους ήσυχους τουλάχιστον για το άμεσο ακόλουθο διάστημα. Η Άλις με τον Τζάσπερ είχαν επιστρέψει φέρνοντας καλά νέα από τον Αμαζόνιο για την πορεία της Ρενέσμε και πρόσθετους φίλους και συμμάχους και οι Ντενάλι είχαν αναχωρήσει χωρίς καμία κακία για τον χαμό της αδερφής τους παίρνοντας και τον Γκάρετ μαζί για μία καινούργια ζωή χορτοφαγίας και συντροφικότητας. Η δική του οικογένεια ήταν καλά και ευτυχισμένη έχοντας περάσει μία δυσκολία που την κατέστησε πιο δυνατή και ενωμένη από πριν.

Το μόνο που επιθυμούσε πλέον από την ζωή του ο Έντουαρντ Κάλεν ήταν να μπορέσει να ζήσει για λίγο φυσιολογικά – όσο αυτό ήταν εφικτό με την δεδομένη κατάσταση του. Θα ήθελε να έπαιρνε την γυναίκα και την κόρη του και να έφευγαν κάπου μακριά, οι τρεις τους, χωρίς να γνωρίζουν κανέναν και κανένας να μην γνωρίζει για αυτούς. Ωστόσο είχαν υποχρεώσεις προς άλλους ανθρώπους είτε τους άρεσε είτε όχι και εξάλλου ήξερε, πως η Μπέλα δεν ήταν έτοιμη να αφήσει ακόμα τον πατέρα της και να εξαφανιστεί. Άλλωστε με την φυσιολογία της Ρενέσμε θα τους ήταν δύσκολο να συγχρωτιστούν με την ανθρώπινη κοινωνία και να χαθούν μέσα στο ανώνυμο πλήθος.

Θα μπορούσαν να βρουν ένα τελείως απομονωμένο μέρος να κατοικήσουν, όμως ο Έντουαρντ δεν ήθελε να εξαναγκάσει την μοναχοκόρη του να μεγαλώσει τελείως μόνη σε πλήρη αποξένωση από τους πάντες και τα πάντα. Ήταν αρκετό που δεν θα μπορούσε να πάει σχολείο και να ζήσει όπως τα κανονικά παιδιά. Επιπλέον δεν γινόταν να της στερήσει την παρουσία των υπόλοιπων αγαπημένων της προσώπων ούτε να στερήσει εκείνη από αυτούς. Η μικρούλα του είχε καταφέρει να κερδίσει απόλυτα την καρδιά όλων των μελών της οικογένειας του αλλά και του παππού της Τσάρλι και μέχρι και των λύκων και των Κιγιέτ.

Φυσικά υπήρχε πάντα και ο Τζέικομπ. Ο Τζέικομπ που δεν έκανε ρούπι μακριά της και τυχόν απομάκρυνση της από εκείνον θα σήμαινε αυτόματα την καταστροφή του. Δεν μπορούσε να του το κάνει αυτό. Όχι μετά τα όσα πέρασαν μαζί και το πόσο δίπλα τους στάθηκε στην μάχη με τους Βολτούρι. Όπως και να είχε ήταν και η Ρενέσμε δεμένη μαζί του όσο και εκείνος μαζί της. Ήταν το προορισμένο ταίρι της και αυτό ο Έντουαρντ δεν γινόταν να το αρνείται όσο και αν επέμενε να εθελοτυφλεί. Δεν είχε σκοπό να εμποδίσει την εξέλιξη της σχέσης τους. Το μόνο που ήθελε ήταν λίγο παραπάνω χρόνο.

«Θα κάνεις ρυτίδες τόσο πολύ που σκέφτεσαι.»

Ο νεαρός βρικόλακας χαμογέλασε σαρκαστικά και έστρεψε το βλέμμα του μακριά από την τζαμαρία του πρώτου ορόφου, από όπου έβλεπε τον κήπο από κάτω του και την Ρενέσμε να παίζει χαρούμενα μαζί με τον Τζέικομπ στην λυκίσια μορφή του. Τα μάτια του αντίκρισαν την όμορφη κοπέλα που η φύση τού είχε χαρίσει για σύντροφο. Ανέκαθεν την λάτρευε, ωστόσο μέχρι εκείνη την ημέρα έτεινε να υποτιμά τις ικανότητες της. Όμως όχι πλέον, όχι μετά την δυνατή και γεμάτη αυτοπεποίθηση και πυγμή γυναίκα στην οποία είχε εξελιχθεί κατόπιν της μεταμόρφωσης της. Είχε δίκιο εξ αρχής. Ήταν γεννημένη να γίνει βαμπίρ.

Η Μπέλα Κάλεν γλίστρησε γεμάτη χάρη την απόσταση που την χώριζε από τον άντρα της και τύλιξε τα παγωμένα της μπράτσα απαλά γύρω από την μέση του, ενώ εκείνος την αγκάλιασε τρυφερά από τους ώμους προσφέροντας της ένα στοργικό φιλί στην κορυφή του κεφαλιού. Πήρε μία βαθιά ανάσα και το γλυκό άρωμα του γέμισε τις αισθήσεις της από άκρη σε άκρη. Δεν επρόκειτο να βαρεθεί ποτέ να υπάρχει δίπλα του και έπειτα από την πρόσφατη περιπέτεια τους αυτή ήταν μία ευλογία που δεν θεωρούσε καθόλου δεδομένη. Ήταν μαζί, αγαπημένοι περισσότερο από ποτέ, και ξεκινούσαν ένα καινούργιο ειρηνικό κεφάλαιο στην από κοινού ζωή τους με την κορούλα τους.

«Είναι κυριολεκτικά αχώριστοι,» σχολίασε καλοπροαίρετα κοιτώντας και η ίδια έξω από το παράθυρο και αντιλαμβανόμενη, πως ο άντρας της παρακολουθούσε το δίδυμο του Τζέικομπ με την Ρενέσμε.

Τον αισθάνθηκε να σφίγγεται γύρω της και αποτραβήχτηκε ελαφρά από κοντά του, για να δει τι συμβαίνει.

«Μην μου πεις, ότι ακόμα δεν συμφωνείς,» ζήτησε να μάθει απορημένη.

«Όχι, συμφωνώ,» την καθησύχασε εκείνος. «Πώς θα μπορούσα άλλωστε ύστερα από όλα όσα διεξήχθησαν. Όμως... να, σκεφτόμουν, μήπως ζητούσαμε από τον Τζέικομπ να μην της μιλήσει από τώρα για το αποτύπωμα.»

«Αλλά;»

Ο Έντουαρντ έπιασε τα χέρια της στα δικά του και έπλεξε τα δάχτυλα τους μεταξύ τους φιλώντας τα δικά της μαλακά πριν της απαντήσει κοιτώντας την σοβαρά κατά πρόσωπο.

«Είναι τόσο μικρή ακόμα. Ξέρω πως είναι ο ιδανικός για εκείνη και το προδιαγεγραμμένο της ταίρι και όχι μόνο εξαιτίας του αποτυπώματος. Βλέπεις ότι τον δαγκώνει συνέχεια, είναι ο μόνος στον οποίον το κάνει. Πιστεύω, είναι επειδή αποτελεί τον σύντροφο της και από την βρικολακική της πλευρά. Όπως εσύ ήσουν για εμένα. Είσαι για εμένα. Και ούτε έχω την οποιαδήποτε επιθυμία να μπω ανάμεσα τους ή να εμποδίσω την φύση στην προβλεπόμενη της πορεία κάνοντας και τους δύο δυστυχισμένους. Εν τούτοις θα μεγαλώσει ήδη σε ένα πολύ προστατευμένο περιβάλλον με ελάχιστες ξένες επιρροές και δεν θέλω να αισθανθεί και άλλο φυλακισμένη.

»Θέλω να είναι ελεύθερη να μπορεί να διαλέξει ό,τι και όποιον θέλει. Δεν έχω αυταπάτες, πως αυτός δεν θα είναι ο Τζέικομπ, αλλά όταν αυτό γίνει, θέλω να έχει γίνει, επειδή θα το έχει διαλέξει και συνειδητοποιήσει η ίδια και όχι γιατί θα της το έχει πει εκείνος ή εμείς. Άλλωστε η ιστορία τους περιλαμβάνει και τόσα άλλα δυσάρεστα γεγονότα, την σχέση σου μαζί του, την σύγχυση με την εγκυμοσύνη σου. Θεωρώ, πως δεν είναι ακόμα καιρός να πληροφορηθεί τέτοιες λεπτομέρειες. Για αυτό προτείνω να ζητήσουμε από τον Τζέικομπ να μην της μιλήσει. Όχι, πριν σιγουρευτεί πρώτος για τα δικά της αισθήματα.»

Η Μπέλα γύρισε την ματιά της και παρατήρησε έξω από το παράθυρο την κόρη της να τρέχει γύρω από ένα δέντρο προσπαθώντας να αποφύγει τον Τζέικομπ που δήθεν την κυνηγούσε˙ οι πορφυρές της μπούκλες να αντανακλούν πύρινες τις τελευταίες ακτίνες του ήλιου όπως το κοκκινωπό τρίχωμα του Τζέικομπ.

«Είναι τόσο μικρή,» είπε χαμηλόφωνα. «Και μεγαλώνει τόσο γρήγορα.»

Κούνησε αδιόρατα το κεφάλι της λες και προσπαθούσε να απαλλαγεί από δάκρυα που όμως δεν μπορούσαν να τρέξουν.

«Έχεις δίκιο,» κατένευσε τελικά. «Θα ζητήσουμε από τον Τζέικομπ να μην της πει τίποτα. Όχι, πριν να είναι έτοιμη.»

Ο Έντουαρντ Κάλεν έγνεψε καταφατικά ικανοποιημένος από την απόφαση που είχαν πάρει μαζί για μία έστω και μηδαμινά φυσιολογική ζωή.