Πρόσεξα πως δεν υπάρχει άλλη ιστορία στα Ελληνικά για τον κύκλο της Κληρονομιάς, κι αφού γνωρίζω αρκετά τη γλώσσα, είπα να δοκιμάσω την τύχη μου. Έτσι έγραψα μερικές προτάσεις. Ίσως υπάρχουν λάθη κι ελπίζω αν κάποιος τύχει να διαβάσει αυτή την εργασία και τα δει, να κάνει τον κόπο μου αφήσει δυο λόγια και τις διορθώσεις.


Αφιερωμένο σε όσους μιλούν τη όμορφη γλώσσα του Ομήρου.


Ο άνθρωπος πάνω στο λόφο.

Πρόλογος.

Λένε πως έξω απ' τη Σίουνον, την πόλη του βορρά, ανάμεσα στα βράχια της παγωμένης θάλασσας και τα μεγάλη δάση που απλώνονται προς την ξωτικοχώρα, υπάρχει ένας μοναχικός λόφος που τον δέρνει ο βόρειος άνεμος. Τα καλοκαίρια η αλμύρα της θάλασσας καίει το λιγοστό χορτάρι που πρόλαβε να φυτρώσει εκεί τις μέρες μιας φτωχής άνοιξης. Και τους χειμώνες ούτε καν το χιόνι μπορεί να τον σκεπάσει, εξ' αιτίας του δυνατού αέρα. Εκεί ανάμεσα στους βράχους, που πολλές φορές κατά τη θαλασσοταραχή τους δέρνει το κύμα, υπάρχει μια μικρή σπηλιά, καταφύγιο για τις φώκιες, τα θαλάσσια λιοντάρια και τα γλαροπούλια.

Και λένε, πως κάποιες μέρες που η ομίχλη σκεπάζει τους γύρω τόπους, όταν κανείς δεν μπορεί να δει καθαρά πέρα από μερικά βήματα, πως εμφανίζεται εκεί πέρα ένας άγνωστος. Κανείς δεν έχει δει ποτέ το πρόσωπό του, μα αν τα χέρια του σ' αγγίξουν, όποια πληγή ή αρρώστια έχεις πάνω σου γιατρεύεται. Εκεί μαζεύονται πολλοί, στους πρόποδες του λόφου. Και φέρνουν μαζί αρρώστους και τους πληγωμένους τους. Οι μανάδες κουβαλούν τα αδύναμα παιδιά τους, και οι γέροντες τους πόνους των χρόνων τους. Εργάτες και ναυτικοί που σακατεύτηκαν απ' τη βαριά δουλειά ενός σκληρού μεροκάματου κι άλλοι πολλοί, που τους άγγιξε η κακοτυχία. Κι οι περισσότεροι απ' αυτούς φεύγουν όπως ήρθαν, γιατί τις πιο πολλές φορές δεν καταφέρνουν να δουν τον άγνωστο. Μα όποιος επιμένει και υπομείνει το κρύο και την υγρασία της θάλασσας, ίσως να τύχει την καλή συνάντηση και τότε λένε, πως βρίσκει την υγειά του.

Και λένε ακόμα μερικοί απ' αυτούς τους τυχερούς που τον συνάντησαν και που ισχυρίζονται ότι γιατρεύτηκαν απ' τις αρρώστιες τους, πως ίσως να 'ναι ένας από τους θεούς, ή κάποιο καλό πνεύμα της θάλασσας. Ή κάποιο απ' τα ξωτικά, που ξέφυγαν τα μάγια των δασών τους κι ήρθαν να βοηθήσουν τους ανθρώπους. Γιατί παρ' όλο που κανείς δεν έχει δει το πρόσωπό του, έχουν ακούσει όμως τη φωνή του. Κι αυτή η φωνή είναι φωνή άντρα νέου. Κάποιου που κι αν τα χρόνια πέρασαν, αυτός ποτέ δεν γερνά. Κι εξαφανίζεται και ξαφνικά επανέρχεται και πάλι. Και τότε, υπομονετικά φροντίζει για όλους όσους ζητούν τη βοήθειά του, χωρίς να ζητήσει ποτέ κάτι για αντάλλαγμα.

Κανείς δεν ξέρει πού κατοικεί, ούτε πού αλλού μπορεί να περνά τις μέρες και τις νύχτες του. Μα, λένε, πως όταν κάποιο ομιχλιασμένο πρωινό εμφανιστεί στο λόφο, την προηγούμενη νύχτα ουρλιάσματα και βρυχηθμοί σχίζουν τον ουρανό και κόκκινες φωτιές λάμπουν πίσω απ' τα σύννεφα. Και τότε όλοι ξέρουν, πως ο παντοδύναμος θεραπευτής έχει γυρίσει. Και του 'χουν δώσει το όνομα 'ο άνθρωπος πάνω στο λόφο', γιατί αλλιώς πώς να τον αποκαλέσουν δεν ξέρουν.

Μα όλα αυτά που λέγονται, μπορεί να είναι αποκυήματα ενός ευφάνταστου μυαλού. Μπορεί να μην υπάρχει λόφος στο βορρά, πάνω απ' τη Σίουνον. Μπορεί να μην υπάρχει κι ο άγνωστος θεραπευτής, που αν σ' αγγίξουν τα χέρια του όλοι οι πόνοι σου περνάνε. Μπορεί να 'ναι η ελπίδα μονάχα των ανθρώπων, που βγάζουν όλες αυτές τις φήμες. Κι οι φήμες εξαπλώνονται σ' όλο το βασίλειο από στόμα σε στόμα. Κι ο χρόνος παίρνει τη φήμη και την κάνει θρύλο.


Σας ευχαριστώ που διαβάσατε την άπειρη προσπάθειά μου. Θα χαιρόμουν αν με πληροφορούσατε για τα τόσα λάθη μου, ώστε να προσπαθήσω να τα διορθώσω.