Η ΑΠΑΓΩΓΗ

Σημείωμα του συγγραφέα: Αυτή η ιστορία είναι η συνέχεια του fanfiction μου Λήθη αλλά παίρνει μέρος μετά τα γεγονότα των Avengers. Ο Λόκι δηλαδή είχε κατέβει στην γη και είχε κάνει όλα αυτά που δείχνει η ταινία. Η Απαγωγή ξεκινάει από την αρχή του Thor The Dark World. Αυτή η ιστορία είναι αφιερωμένη στον Tom Hiddleston.

Κεφάλαιο 1ο

Ο Λόκι βάδιζε αλυσοδεμένος στην μεγάλη αίθουσα του θρόνου με την συνοδεία πολλών φρουρών.

«Λόκι!»

«Γεια σου μητέρα», είπε με παιχνιδιάρικο τόνο στην φωνή του. «Σε έκανα περήφανη;» την προκάλεσε.

«Σε παρακαλώ, μην κάνεις χειρότερα τα πράγματα».

«Χειρότερα;» έκανε δήθεν αδιάφορα.

«Αρκετά! Θα μιλήσω στον αιχμάλωτο μόνος μου!»

Ο Λόκι έστρεψε το κεφάλι του και κοίταξε τον Όντιν που είχε διακόψει την συζήτησή τους μ' ένα δολοφονικό βλέμμα. Ύστερα πλησίασε προς τον θρόνο, το αντικείμενο που επιθυμούσε περισσότερο στον κόσμο και κοίταξε σοβαρά στα μάτια τον πατέρα των πάντων. Χωρίς να το θέλει άρχισε να γελάει.

«Πραγματικά δεν καταλαβαίνω γιατί γίνεται όλη αυτή η φασαρία», είπε.

«Στ' αλήθεια δεν συναισθάνεσαι τις συνέπειες των εγκλημάτων σου;» αναρωτήθηκε εκείνος. «Όπου πας υπάρχει πόλεμος, καταστροφή και θάνατος».

Ο Λόκι χαμογέλασε υπερήφανα στο άκουσμα της τελευταίας φράσης.

«Κατέβηκα στην Μίντγκαρντ για να κυβερνήσω τους ανθρώπους της γης σαν καλοκάγαθος θεός», εξήγησε. «Όπως ακριβώς κι εσύ!»

«Δεν είμαστε θεοί!» του αντιγύρισε ο Όντιν. «Γεννιόμαστε, ζούμε, πεθαίνουμε. Σαν τους ανθρώπους.

Ο Λόκι έκανε έναν μορφασμό.

«Χρειάζονται περίπου πέντε χιλιάδες χρόνια», είπε χαμογελαστά.

«Όλα αυτά επειδή ο Λόκι επιθυμεί τον θρόνο!» διαπίστωσε ο πατέρας των πάντων.

«Είναι το κληρονομικό μου δικαίωμα!» επέμεινε με σταθερή φωνή.

«Το κληρονομικό σου δικαίωμα», φώναξε ο Όντιν, «ήταν να πεθάνεις σαν παιδί, εγκαταλελειμμένος σ' ένα παγωμένο βράχο».

Ο Λόκι ένιωσε μια μαχαιριά στην καρδιά του. Για ένα δευτερόλεπτο, θλίψη ζωγραφίστηκε στο βλέμμα του.

«Αν δεν σε είχα περιθάλψει», συνέχισε ο πατέρας του, «δεν θα ήσουν τώρα εδώ για να με μισείς!»

«Αν έχεις ένα τσεκούρι, τότε σε παρακαλώ να με σκοτώσεις!» είπε ο Λόκι μπλοφάροντας. «Δεν είναι ότι δεν μου αρέσουν οι συζητήσεις μας», είπε, «απλώς δεν τις αγαπώ!»

«Η Φρίγκα είναι ο μόνος λόγος που είσαι ακόμη ζωντανός και δεν θα την ξαναδείς ποτέ! Θα περάσεις όλη την υπόλοιπη ζωή σου μέσα στα μπουντρούμια».

Ο Λόκι κοίταξε πληγωμένα τον Όντιν. Ποτέ δεν περίμενε ότι θα ήταν τόσο σκληρός μαζί του. Ακούς εκεί να του απαγορεύσει να ξαναδεί την ίδια του την μάνα!

«Κι ο Θορ;» ρώτησε. «Θα κάνεις αυτόν τον ανόητο, αδέξιο βασιλιά ενώ εγώ θα σαπίζω στην φυλακή;»

«Ο Θορ πρέπει να προσπαθήσει να διορθώσει την ζημιά που έκανες, θα φέρει τάξη στους εννέα κόσμους και μετά ναι, θα γίνει βασιλιάς».

Ο Λόκι κοίταξε με μίσος των πατέρα των πάντων και στην συνέχεια οι φρουροί τον οδήγησαν χωρίς την θέλησή του στα μπουντρούμια. Σαν να ήταν κανένα πουλί που το βάζουν στο κλουβί, ο Λόκι μπήκε μέσα σ' ένα κελί. Γρήγορα συνειδητοποίησε ότι αυτό το κελί ήταν το πιο πολυτελές ολόκληρου του Άσγκαρντ. Είχε ένα χρυσό κρεβάτι με κουβέρτες, καρέκλες και μια μικρή βιβλιοθήκη. Η μητέρα του σίγουρα είχε φροντίσει για όλα αυτά.

Ο Λόκι θυμήθηκε τα λόγια του Όντιν: «Δεν θα την ξαναδείς ποτέ!», κι ένιωσε απέχθεια μέσα του. Είχε όμως εμπιστοσύνη στην μητέρα του και ήταν σχεδόν σίγουρος ότι δεν θα τον άφηνε έτσι μόνο. Αργά ή γρήγορα, θα έβρισκε τον τρόπο να τον επισκεφτεί. Έτσι ξάπλωσε στο κρεβάτι και σε λίγο αποκοιμήθηκε.

VVV

Μετά από τρεις μέρες τον επισκέφθηκε η μητέρα του. Φυσικά είχε έρθει με τα μαγικά της κόλπα και κανένας δεν πρόσεξε την παρουσία της μέσα στο μπουντρούμι. Μόλις την είδε ο Λόκι, έτρεξε και την αγκάλιασε.

«Συγγνώμη μητέρα για όλα όσα σου είπα!» της ψιθύρισε.

«Λόκι; Μα εσύ τρέμεις!», είπε χαϊδεύοντάς του τα μαλλιά.

«Δεν είναι τίποτα».

«Σταμάτησες να τρως;» ρώτησε βλέποντας ότι ο δίσκος με το φαγητό ήταν ανέγγιχτος.

Ένας κόμπος ανέβηκε στον λαιμό του Λόκι.

«Δεν έχω όρεξη», παραδέχτηκε.

«Λόκι, μην το κάνεις αυτό στον εαυτό σου», του είπε η Φρίγκα κοιτάζοντάς τον με ανησυχία.

«Απλώς δεν θέλω να περάσω εδώ μέσα όλη την υπόλοιπη ζωή μου!»

«Θα κάνω ό,τι μπορώ για να ξαναβρείς την ελευθερία σου», του υποσχέθηκε.

Ο Λόκι την κοίταξε κι ένα δάκρυ κύλησε στο μάγουλό του.

«Ευχαριστώ».

«Πρέπει να φύγω για να μην αντιληφθεί ο πατέρας σου την απουσία μου!»

Ο Λόκι της χαμογέλασε με πικρία.

«Θα ξανάρθω αύριο. Φάε κάτι, σε παρακαλώ!» τον συμβούλεψε και μεμιάς εξαφανίστηκε από μπροστά του.

Ο Λόκι έβαλε το χέρι του πάνω στο μέτωπό του κι αναστέναξε. Στη συνέχεια πλησίασε το δίσκο με το φαγητό κι άρχισε άθελά του να τρώει.

VVV

Η πόρτα του κελιού άνοιξε απροσδόκητα και μπήκε μέσα ο Θορ.

«Αδελφέ», του είπε.

«Για χιλιοστή φορά, μην με αποκαλείς έτσι!» ψιθύρισε απειλητικά ο Λόκι. «Ξέρεις ότι δεν έχουμε τον ίδιο πατέρα!»

Ο Θορ αναστέναξε.

«Έχουμε όμως την ίδια μητέρα, Λόκι. Την Φρίγκα, που κλαίει κάθε μέρα και παρακαλεί τον Όντιν να σε ελευθερώσει από εδώ μέσα. Σήμερα έπεισα τον πατέρα μας να με αφήσει να έρθω να σε δω. Πώς είσαι;»

«Εσύ πώς θα ήσουν εδώ μέσα;» του αντιγύρισε ο Λόκι. «Αλλά τι ρωτάω; Εσένα τώρα σε περιμένει ο θρόνος. Γι' αυτό φοράς κιόλας αυτόν τον χρυσοκέντητο πορφυρό μανδύα».

«Είναι δώρο της μητέρας. Το φόρεσα για να μην της χαλάσω το χατίρι. Δεν μου αρέσει καν. Αν θέλεις στον χαρίζω!» είπε κι έκανε να τον βγάλει, μα ο Λόκι τον κοίταξε με αηδία και πισωπάτησε σηκώνοντας τα χέρια του και κουνώντας αρνητικά το κεφάλι του.

«Δεν πρόκειται να φορέσω το αποφόρι σου. Μια ζωή αυτό έκανες!» πρόσθεσε με πικρία. «Πάντα σου έδιναν τα καλύτερα και πάντα ερχόσουν και μου έκανες φιγούρα».

«Δεν είναι αλήθεια, Λόκι! Γιατί τα διαστρεβλώνεις όλα; Οι γονείς μας σ' αγαπούσαν με τον ίδιο τρόπο που αγαπούσαν κι εμένα».

«Ώστε από την υπερβολική τους αγάπη βρίσκομαι φυλακισμένος στα μπουντρούμια του Άσγκαρντ!» διαπίστωσε ειρωνικά ο Λόκι.

«Ξεχνάς την καταστροφή που προκάλεσες στην Μίντγκαρντ; Σε είχε τυφλώσει το μίσος τόσο πολύ που κόντεψες να σκοτώσεις ακόμη κι εμένα!»

«Ανόητε! Εσένα πάντα ήθελα να σε σκοτώσω!»

«Λες ψέματα. Το ξέρω πως βαθιά μέσα σου με αγαπάς! Ποτέ δεν θα μου έκανες κακό».

Ο Λόκι έκλεισε τα μάτια του και γύρισε από την άλλη μεριά.

«Θέλω να μείνω μόνος μου!» είπε πεισματικά. «Ευχαριστώ για την επίσκεψη. Τώρα άσε μόνο μου».

Ο Θορ τον πλησίασε κι έκανε να του αγγίξει τους ώμους, αλλά τότε ο αδελφός του έγινε αόρατος.

«Λόκι! Φανερώσου!» τον διέταξε ο Θορ, όμως εκείνος δεν τον υπάκουσε. Έτσι έπειτα από λίγο, απογοητευμένος ο νόμιμος διάδοχος του θρόνου άνοιξε την πόρτα κι έφυγε.

Τότε ο Λόκι ξαναεμφανίστηκε και σκούπισε τα δάκρυά του. Ο Θορ δεν έπρεπε να τον δει να λυγίζει. Κανείς δεν έπρεπε να τον δει να κλαίει γιατί θα τον θεωρούσαν αδύναμο. Έτσι σκούπισε βιαστικά τα μάγουλά του και προσποιήθηκε ότι όλα ήταν εντάξει.