Κεφάλαιο 4
Ανακαινίζοντας Τον Κάτω Κόσμο
Ο Άδης αισθάνθηκε ένα απαλό χάδι στα μαλλιά του κι άκουγε το αγαπημένο του νανούρισμα. Άνοιξε αργά-αργά τα μάτια του κι αντίκρυσε τον έναστρο ουρανό.
"Αιδονέα μου; Πώς νοιώθεις;", ρώτησε η Νυξ. Τελικά, ο νυχτερινός ουρανός ήταν το φόρεμά της. Ξύπνησε πάνω σε ένα πολύ μαλακό στρώμα και συμπέρανε πως είχε μεταφερθεί στο δωμάτιό του. Το τελευταίο πράγμα που θυμόταν, ήταν τον Τάρταρο να ψάχνει τρόπους βασανισμού.
"Καλά είμαι.". 'Έτσι νομίζω τουλάχιστον', συλλογίστηκε κι ευχήθηκε να μην τιμωρήθηκε το Έρεβος απ' τη γυναίκα του.
"Σίγουρα δε σε πείραξαν τα αδέρφια μου;"
"Όχι. Απλώς, είμαι πολύ κουρασμένος."
"Αχ, αγόρι μου, με συγχωρείς. Πώς δεν το σκέφτηκα; Άσε με να επανορθώσω.", είπε συνεχίζοντας να χαϊδεύει τα μαλλιά του. "Κοιμήσου και άφησε το τραγούδι μου να σε χαλαρώσει.". Με τη βοήθεια του νανουρίσματος και του Ύπνου κοιμήθηκε για τρεις ολόκληρες ημέρες. Μόλις ξύπνησε, οδηγήθηκε στο γραφείο του, στο οποίο υπήρχαν αμέτρητοι πάπυροι σε κάθε γωνιά.
"Τι είναι όλα αυτά;", ρώτησε τον Θάνατο.
"Άρχοντα, αυτές είναι οι λίστες με τις ψυχές που έχω συλλέξει και έχουν παραμεληθεί από την αρχή του χρόνου έως και σήμερα. Τις έχω χωρίσει σε δύο μέρη: Ένα για το Έρεβος, ένα για τα Τάρταρα. Έχει γίνει παράδοση, μόλις φτάνει μια νέα ψυχή, να δούμε αν την επιλέξει ο Τάρταρος. Στις λίστες υπάρχει το χαρακτηριστικό γράμμα 'Μ'."
"Τι σημαίνει 'Μ';"
"Εκείνος τους αποκαλεί μαζοχιστές. Είναι αυτοί που ευχαριστιούνται τον πόνο, αν και εγώ δεν μπορώ να το καταλάβω αυτό. Οι άλλοι είναι οι 'Σ', οι σαδιστές, οι οποίοι χαίρονται να προκαλούν πόνο στους άλλους. Οι σαδιστές πηγαίνουν στο Έρεβος, γιατί ο Τάρταρος τούς θεωρεί βαρετούς. Ανακεφαλαιώνοντας, επιλέγει τις ψυχές ανάλογα με τα καπρίτσια του και εξαιτίας της θέσης του ως αρχέγονου θεού, του το επιτρέπουμε.", τον ενημέρωσε ο Θάνατος. Ο Άδης έτρεμε την απάντηση στην επόμενη ερώτησή του βλέποντας το πλήθος των παπύρων που τον είχε περικυκλώσει.
"Εγώ τι πρέπει να κάνω με αυτές τις ψυχές;"
"Πρέπει να τις κρίνετε, βέβαια.", του απάντησε. Ο Κάτω Κόσμος απαιτούσε υπερβολική δουλειά.
"Μία στιγμή… Πριν συνεχίσουμε, θα ήθελα να συγκεντρωθούν όλες οι θεότητες του Κάτω Κόσμου και να γίνει ένα συμβούλιο."
"Όπως επιθυμείτε. Θα τους ενημερώσω να μαζευτούν όλοι στην αίθουσα του θρόνου."
"Πότε;", τον ρώτησε ο Άδης.
"Απόψε, άρχοντά μου, αφού επιστρέψει η Νυξ απ' τον Επάνω Κόσμο.", είπε ο Θάνατος και κίνησε να φύγει.
"Περίμενε, Θάνατε!", τον σταμάτησε ο Άδης και τον κοίταξε διστακτικά. "Πού είναι η αίθουσα του θρόνου;". Αρκετές ώρες αργότερα, το πλήθος είχε συγκεντρωθεί στην αίθουσα κι ο Άδης πήγε και στάθηκε μπροστά τους. Δεν ένοιωθε άνετα να κάθεται στο θρόνο του ενώπιον όλων των θεών του Κάτω Κόσμου. Προτιμούσε να τον παρακολουθούν να πηγαίνει από τη μία άκρη του δωματίου στην άλλη παρά να σηκώνουν τα μάτια τους για να τον κοιτάξουν και εκείνος να στέκεται αφ' υψηλού. "Τι σημαίνει για εσάς ο Κάτω Κόσμος;", τους ρώτησε κάποια στιγμή.
"Ένα μέρος για την τιμωρία των σκιών!", είπε ο Τάρταρος. Καλή αρχή!
"Ένα μέρος για την προστασία των σκιών.", απάντησε αμέσως το Έρεβος.
"Ένα μέρος για τη γαλήνη των νεκρών.", προσέθεσε ο Ύπνος.
"Ένα μέρος για τους νεκρούς.", συνόψισε η Νυξ.
"Το σπίτι μου.", είπε η Στυξ.
"Το ιερό μας.", είπαν οι Μοίρες. Ο Άδης τούς άκουσε όλους και χάρηκε με την προθυμία τους να συνεργαστούν μαζί του και να του δείξουν πώς λειτουργεί το βασίλειο. Ζήτησε συμβουλές, προτάσεις και λύσεις ενώ ο Θάνατος κρατούσε σημειώσεις. Από εκείνη την ημέρα έγινε το δεξί του χέρι.
"Σας ευχαριστώ για όλα. Χάριν στη συνεργασία μας τώρα έχω μια ιδέα για τις προσδοκίες που έχετε από 'μένα. Ελπίζω ειλικρινά πως όλοι μαζί θα καταφέρουμε να μετατραπεί ο Κάτω Κόσμος σε έναν παράδεισο για όλες τις ψυχές και τους θεούς.", ανήγγειλε ο Άδης και η Νυξ, το Έρεβος κι ο Τάρταρος γονάτισαν μπροστά του. Αυτή η πράξη δημιούργησε ένα κύμα υπακοής και στους υπόλοιπους, που ακολούθησαν το παράδειγμά τους.
"Αναγνωρίζουμε εσένα, Άδη Αιδονέα Πολυδέκτη, ως τον ένα και μοναδικό Άρχοντα του Κάτω Κόσμου, Κύριο αυτού του Βασιλείου και όσων ζουν μέσα σε αυτό. Με αυτόν τον όρκο υποτέλειας δηλώνουμε ότι έχεις την πλήρη μας αφοσίωση.", είπαν και τα λόγια αυτά τα επανέλαβαν όλοι οι παρευρισκόμενοι. Μόλις ξεπέρασε την πρώτη συγκίνηση, ο Άδης συνήλθε και στάθηκε στο ύψος του, όπως άρμοζε στη θέση του.
"Δέχομαι ταπεινά τον όρκο σας.".
Οι αλλαγές που έπρεπε να γίνουν στο βασίλειο ήταν πολλές. Καταρχήν, ήταν απαραίτητο να χωριστεί σε ζώνες. Ο Άδης έφτιαξε την Κοιλάδα των Ασφόδελων, η οποία ήταν ένα ουδέτερο μέρος για τις ψυχές. Τα Ηλύσια Πεδία δημιουργήθηκαν για εκείνες τις ψυχές που είχαν ζήσει ενάρετες ζωές. Ο νέος άρχοντας παρατήρησε πως χρειαζόταν να επιβληθεί τάξη στα Τάρταρα καθώς μέχρι τότε όλες οι σκιές καταδικάζονταν στην ίδια, σκληρή τιμωρία. Ο Άδης θεώρησε πως αυτό δεν ήταν σωστό και γι' αυτό αποφάσισε να τιμωρούνται ανάλογα με τα εγκλήματα που είχαν διαπράξει. Το πιο δύσκολο καθήκον του όμως ήταν η κρίση των ψυχών. Διέταξε να συγκεντρωθούν όλοι στην Κοιλάδα των Ασφόδελων και ο Κέρβερος, ο σκύλος με τα τρία κεφάλια, ανέλαβε τη φύλαξη των πυλών του Κάτω Κόσμου, ώστε να μη δραπετεύσει κανείς. Η κρίση ήταν μία ιδιαιτέρως χρονοβόρα υπόθεση. Ο Άδης έπρεπε να ελέγξει ολόκληρη τη ζωή του κρινόμενου και παρόλο που αυτό ήταν εξουθενωτικό, αυτός δεν παραπονέθηκε ποτέ. Αρχικά, έκρινε εκατό ψυχές τη μέρα, που ύστερα αυξήθηκαν σε χίλιες καθώς ανακάλυψε τρόπους να είναι πιο αποτελεσματικός αλλά το ίδιο ακριβής. Ακόμα κι έτσι όμως αυτή η διαδικασία χρειάστηκε αιώνες ασταμάτητης δουλειάς.
