Κεφάλαιο 22

Γαμήλια Σχέδια

Η Θέμις κοίταξε παραξενεμένη τον Άδη, ο οποίος σταμάτησε την κρίση κι είχε ένα κενό, ονειροπόλο βλέμμα.

"Άρχοντα;", ρώτησε ανήσυχη. "Είστε καλά;"

"Ναι, καλά είμαι. Ας συνεχίσουμε."

"Αν χρειάζεστε ξεκούραση, μπορώ να αναλάβω εγώ.". Είχε βγει τόσο εκτός ελέγχου, που όλοι είχαν προσέξει την αλλαγή στη συμπεριφορά του; Τρεις μήνες είχαν περάσει από τότε που τη συνάντησε και δεν κατάφερνε να τη βγάλει απ' το μυαλό του. Το χειρότερο ήταν πως δεν ήξερε καν γιατί. Απλώς, είχε ανάγκη να τη δει. 'Πρέπει να ξεφορτωθώ αυτή την παράλογη επιθυμία', σκέφτηκε ενώ κατευθυνόταν στον Αχέροντα.

"Τι κάνεις εκεί;", φώναξε ο Τάρταρος βλέποντάς τον να διαλογίζεται κάτω από έναν καταρράκτη, την ώρα που κάποιες νύμφες κρυφοκοίταζαν ξαναμμένες τον ημίγυμνο βασιλιά. "Αν προσπαθείς να ξελογιάσεις τις κόρες του Αχέροντα, τα καταφέρνεις!"

"Φύγε.", είπε ο Άδης με πόνο στη φωνή.

"Παραιτούμαι. Τι κάνει αυτό το παιδί;"

"Δεν έχω ιδέα, άρχοντά μου.", είπε ο Αχέρων αναδυόμενος. "Είπε ότι θέλει να υποφέρει."

"Θες να πεις ότι… Όχι. Αποκλείεται! Έχεις τρελαθεί τελείως;", ρώτησε τον Άδη με τρόμο αλλά εκείνος δεν απάντησε κι ο Τάρταρος αγχώθηκε πιο πολύ. Δεν μπορεί να ήταν μαζοχιστής! Αυτός προσπαθούσε να τον μετατρέψει στον τέλειο σαδιστή! "Μίλα!"

"Δεν έχω τρελαθεί. Απλώς, προσπαθώ να ξεχάσω."

"Α! Έχεις έρθει σε λάθος ποταμό. Η Λήθη είναι…"

"Ξέρω πού είναι η Λήθη. Δεν είμαι χαζός. Θέλω να ξεχάσω μα την ίδια στιγμή δε θέλω κιόλας. Προτιμώ να κάθομαι εδώ και να βασανίζομαι."

"Δε βγάζουν νόημα αυτά που λες, αγόρι μου. Τι θες να ξεχάσεις ακριβώς;"

"Εκείνη… Άσε με ήσυχο τώρα.". Ο Τάρταρος τον κοίταξε πιο προσεκτικά και είδε το χρυσό βέλος που είχε τρυπήσει την καρδιά του ανηψιού του.

"Δε γίνεται να σε αφήσω. Έρεβος, έλα εδώ!"

"Τι τρέχει;", είπε μόλις εμφανίστηκε.

"Κοίτα εκεί! Το ήξερες ότι μπορεί να ρίξει δύο φορές στο ίδιο πρόσωπο;". Κοίταζαν το βέλος σαστισμένοι και μετά άρχισαν να συζητούν.

"Τι συμβαίνει;", είπε ο Άδης νευρικός βλέποντας τους δύο θεούς να τον πλησιάζουν χαμογελώντας. Εκείνοι τον άρπαξαν, τον οδήγησαν στο κάστρο και τον έβαλαν να καθίσει στο γραφείο του.

"Έχει προκύψει ένα πολύ σοβαρό ζήτημα και πρέπει να το αναλύσουμε.", ξεκίνησε ο Τάρταρος. "Ας αρχίσουμε από τα βασικά: Είσαι ερωτευμένος."

"Αυτό είναι απαράδεκτο!", πετάχτηκε ο Άδης.

"Δεν έχει νόημα να το αρνείσαι, γιε μου. Στο στήθος σου υπάρχει η απόδειξη.", του είπε το Έρεβος.

"Δεν είναι δυνατόν.", είπε ο Άδης πιάνοντας το μέτωπό του.

"Κι όμως είναι! Το θέμα είναι τι σκοπεύεις να κάνεις για αυτό.", του είπε ο Τάρταρος.

"Υποθέτω πως θα μπορούσα να της ζητήσω να βγούμε."

"Καλή ιδέα."

"Όχι, όχι!", ξέσπασε ο Τάρταρος. "Το έχεις ξανακάνει αυτό και κοίτα πού κατέληξες! Πρέπει να μαθαίνεις από τα λάθη σου, Αιδονέα. Θα σου πω αυτό που είχα πει και στον αδερφό μου πριν από πολλούς αιώνες: Αν είσαι αληθινός θεός, άρπαξε τη γυναίκα που αγαπάς, ακόμα κι αν χρειαστεί να το κάνεις με τη βία."

"Ακούγεται υπερβολικό.", μουρμούρισε ο Άδης.

"Δεν καταλαβαίνεις. Αδερφέ, μίλα του κι εσύ!"

"Σωστή συμβουλή… Αρκεί να μην την πάρεις στα σοβαρά."

"Ρε αχάριστε! Αν δεν υπήρχα εγώ, η Νυξ ακόμα…"

"Εντάξει, κατάλαβα.", τους διέκοψε ο Άδης. "Αν αυτό είναι το πεπρωμένο μου, θα την παντρευτώ.", αναστέναξε και ακούμπησε στο γραφείο δύο παπύρους που πήρε από τη βιβλιοθήκη.

"Αυτά τι είναι;", ρώτησε το Έρεβος.

"Αυτές είναι οι πιο διαδεδομένες γαμήλιες τελετές του Επάνω Κόσμου: Η σπαρτιατική κι η αθηναϊκή."

"Γιατί να κάνεις τέτοιο γάμο; Μπορείς να την κάνεις απλά κάτοικο του Κάτω Κόσμου.", είπε ο Τάρταρος.

"Επειδή θέλω να το κάνω σωστά αυτή τη φορά. Θα παντρευτούμε σύμφωνα με τους νόμους και των δύο βασιλείων, ώστε να μην το αμφισβητεί κανείς."

"Μάλιστα. Τι θα επιλέξεις;"

"Στο σπαρτιατικό γάμο, ο γαμπρός πρέπει να παλέψει με άλλους υποψήφιους μνηστήρες, να αρπάξει τη νύφη σαν τρόπαιο και να την κουβαλήσει στους ώμους μέχρι το σπίτι τους."

"Τώρα μιλάς σωστά!"

"Εγώ, Αιδονέα, δεν μπορώ να σε φανταστώ να κάνεις κάτι τέτοιο. Αυτόν, πάλι, ναι.", είπε το Έρεβος δείχνοντας τον αδερφό του.

"Δεν το αρνούμαι. Ίσα-ίσα, το υποστηρίζω."

"Απ' την άλλη πλευρά, ο αθηναϊκός γάμος είναι κυρίως η στιγμή που δίνεται λόγος."

"Τι σημαίνει αυτό;", τον ρώτησαν.

"Νομίζω ότι το ξεκινήσαμε ο Δίας κι εγώ. Όταν ήθελε να παντρευτεί την Ήρα, ζήτησε πρώτα την άδεια από εμένα. Σήμερα οι θνητοί θεωρούν ως γάμο, την προφορική συμφωνία μεταξύ του γαμπρού και του πατέρα ή κηδεμόνα της νύφης."

"Για δώσε μου λίγο τον πάπυρο…", είπε ο Τάρταρος.

"Τι συμβαίνει;", τον ρώτησε ύστερα ο Άδης.

"Λέγε ό,τι θες, Αιδονέα, αλλά και η θεά του γάμου συμφωνεί. Πρέπει να κλέψεις τη νύφη."

"Αποκλείεται. Δώσ' το σε μένα!", είπε το Έρεβος αρπάζοντας τον πάπυρο. "Ψεύτη! Πουθενά δε γράφει κάτι τέτοιο!"

"Το λέει ξεκάθαρα.", είπε ο Τάρταρος δείχνοντας τον τίτλο του εγγράφου. "'Γάμος', που εκτός από 'γάμος' μπορεί να σημαίνει και 'αρπαγή'."

"Τι είναι αυτά που λες; Αναφέρεται στο γάμο."

"Όχι. Αρπαγή."

"Γάμος!"

"Αρπαγή!"

"Σταματήστε κι οι δυο σας! Δεν έχει καμία σημασία. Άλλωστε, δεν έχω επιλέξει γαμήλια τελετή."

"Σπαρτιατική!"

"Αθηναϊκή!"

"Δε μου λες; Ο μοναδικός σκοπός σου στη ζωή είναι να μου πας κόντρα;", αγρίεψε ο Τάρταρος.

"Πάνω που θα σου έλεγα ακριβώς το ίδιο!"

"Έλεος! Βαρέθηκα την γκρίνια σας! Αποφάσισα να επιλέξω τον αθηναϊκό γάμο."

"Τι;", ξεφώνισε ο Τάρταρος ενώ ο αδερφός του σταύρωσε τα χέρια με ικανοποίηση. "Τέλος πάντων!". Ακούστηκε ένας χτύπος στην πόρτα, το Έρεβος άνοιξε και βρέθηκε μπροστά στη Νύχτα.

"Γεια σου, αγάπη μου. Αναρωτιόμουν πού βρίσκεται ο Αιδονεύς και με ενημέρωσαν ότι είναι μαζί σας."

"Ναι, καλή μου, εδώ είναι."

"Τέλεια! Άρα…"

"Σε παρακαλώ, αγάπη μου, δεν είναι κατάλληλη στιγμή."

"Αυτό που εννοεί, είναι ότι έχουμε μια σοβαρή, ανδρική συζήτηση και οι γυναίκες δε χωράνε. Αντίο!", είπε ο Τάρταρος και της έκλεισε την πόρτα κατάμουτρα.

"Έκλεισες την πόρτα… Στη Νύχτα; Είσαι τρελός;"

"Ναι, θα ανησυχήσω για αυτό αργότερα, που θα το σκεφτώ πιο καλά. Προς το παρόν, θα προσποιηθώ ότι δε συνέβη. Λοιπόν, Αιδονέα, τι έλεγες;"

"Ο γάμος θα γίνει κανονικά στον Κάτω Κόσμο αλλά πρώτα θα ζητήσω το χέρι της."

"Αλήθεια, ποια είναι η νύφη;", ρώτησε το Έρεβος κι ο Άδης δημιούργησε την εικόνα της.

"Το όνομά της είναι Κόρη.", είπε κοιτάζοντας μαγεμένος. Δεν ήξερε τι ένοιωθε για εκείνη όμως συγχρόνως, δεν μπορούσε να πάρει τα μάτια του από πάνω της. Δεν ήταν αγάπη, ήταν βέβαιος για αυτό. Είχε νοιώσει την αγάπη και ήξερε τι σήμαινε. Πάντως, θα έκανε οτιδήποτε για να κρατήσει αυτή τη γυναίκα στο πλευρό του. Δεν άντεχε να πληγωθεί ξανά.

"Εμ… Δεν είναι ο τύπος μου. Υπερβολικά αθώα για τα γούστα μου.", σχολίασε ο Τάρταρος.

"Και ποιος ζήτησε τη γνώμη σου;", παρενέβη το Έρεβος. "Εγώ θεωρώ πως είναι πολύ καλή. Πρέπει όμως να δώσει τη συγκατάθεσή του και ο πατέρας της. Αλήθεια, ποιος είναι;"

"Ο Δίας.", απάντησε ο Άδης.