Κεφάλαιο 26
Νύχτα Γάμου
["Μαμά! Κοίτα!", φώναξε η Κόρη δείχνοντας κάτω από το λόφο, όπου γινόταν ένα γλέντι.
"Γάμος.", χαμογέλασε η Δήμητρα.
"Τι είναι ο γάμος, μαμά;"
"Είναι μια συμφωνία ανάμεσα στον πατέρα και στο μνηστήρα μιας γυναίκας, όπου αποφασίζεται ότι αυτή δεν ανήκει πλέον στον πατέρα της αλλά στο σύζυγό της.". Η Κόρη έμεινε σιωπηλή και παρατηρούσε τους νεόνυμφους.
"Είναι ευτυχισμένοι, μαμά;"
"Το ελπίζω, παιδί μου.", απάντησε γονατίζοντας και κρατώντας τη στην αγκαλιά της. "Είναι όμως κάτι που εύχομαι να μη γνωρίσεις ποτέ, γιατί, αν και η γυναίκα είναι χαρούμενη τώρα, δεν πιστεύω πως υπάρχει πραγματική ευτυχία σε ένα γάμο.".]
Η Κόρη ακολουθούσε τον Άδη αμίλητη, ώσπου έφτασαν στο δωμάτιό της και κάθισε στο κρεβάτι.
"Αυτό ήταν.", της είπε σε μια προσπάθεια να της φτιάξει τη διάθεση.
"Τι εννοείς; Μπορώ να γυρίσω στο σπίτι μου τώρα;"
"Όχι.", είπε σκοτώνοντας την ελπίδα της.
"Τό 'ξερα. Με απήγαγες και τώρα θα με κρατήσεις αιχμάλωτη. Δε θέλω να μείνω εδώ, Αιδονέα, σε παρακαλώ. Εδώ όλοι και όλα με τρομάζουν."
"Εγώ…", ξεκίνησε να λέει ο Άδης μα σταμάτησε. Τι να της έλεγε; Την πλησίασε κι άπλωσε διστακτικά το χέρι του να χαϊδέψει τα μαλλιά της. Αυτή η κοπέλα είχε κάτι που τον έκανε να νοιώθει καλοσύνη και συμπάθεια ξανά. Η συμπεριφορά του ακολουθούσε πάντα τους καλούς τρόπους και το πρωτόκολλο. Κοντά της όμως θυμόταν ένα ξεχασμένο από καιρό αίσθημα σαν να ξανασυναντούσε έναν παλιό, αγαπημένο φίλο. Όλα αυτά, ώσπου να σπρώξει το χέρι του μακρυά της.
"Μη μ' ακουμπάς!", είπε θυμωμένη. Ο φόβος είχε μετατραπεί πλέον σε οργή. Πετάχτηκε πάνω, έβγαλε τα χρυσά κοσμήματα που φόρεσε για το γάμο και τα πέταξε στα πόδια του Άδη, ο οποίος στάθηκε όρθιος και τα κοίταξε με παγωμένο ύφος.
"Τι σημαίνουν όλα αυτά, Περσεφόνη;"
"Δε με λένε Περσεφόνη! Δεν ξέρω για ποιο σκοτεινό σκοπό με παντρεύτηκες αλλά δε θα μου πάρεις την ταυτότητά μου! Είμαι η Κόρη Καρποφόρος, κόρη της Δήμητρας και θεά της Άνοιξης! Δεν ανήκω στο βασίλειο των νεκρών, όπου δεν υπάρχει ζωή. Αντίθετα, εγώ δημιουργώ ζωή! Δε θέλω να είμαι γυναίκα του άρχοντα του σκότους και του θανάτου. Δε θέλω να είμαι γυναίκα σου. Μακάρι να μη σε είχα γνωρίσει ποτέ!", δήλωσε και προχώρησε αποφασιστικά προς την πόρτα όμως ο Άδης την άρπαξε απ' το χέρι.
"Για πού τό 'βαλες;", τη ρώτησε ψυχρά.
"Για τον Επάνω Κόσμο."
"Δεν έχεις να πας πουθενά!"
"Έχω και θα πάω! Άσε με!"
"Άκου εδώ!", είπε ο Άδης τραβώντας την πάνω του. Δε θα το παραδεχόταν ποτέ αλλά τα λόγια της τον πλήγωσαν. Η απόρριψη ήταν πολύ σκληρή μα δε θα ανεχόταν τέτοια αναίδεια. "Είμαι ο άντρας σου κι είσαι η γυναίκα μου! Οι Μοίρες σε έχουν ήδη χρίσει βασίλισσα. Έχεις την εντύπωση ότι μπορείς να τα βάλεις μαζί τους;"
"Δεν είμαι γυναίκα σου! Με απήγαγες! Με άρπαξες από τη μητέρα μου και με φυλάκισες εδώ! Είσαι ένα σατανικό τέρας και σε μισώ!". Αυτή τη φορά, ο Άδης δεν κατάφερε να το κρύψει. Η Περσεφόνη είδε στα μάτια του πόσο τον πείραξε αυτό που ξεστόμισε. Ένοιωσε πολύ άσχημα και θέλησε να του ζητήσει συγγνώμη αλλά πριν προλάβει να πει οτιδήποτε, εκείνος άρχισε να γελάει.
"Τι σύμπτωση! Μα κι εγώ σε μισώ, καλή μου. Σε μισώ, επειδή έχεις εισβάλει στη σκέψη μου. Σε μισώ, επειδή στοιχειώνεις κάθε μου στιγμή. Σε μισώ, επειδή με έχει πλανέψει η ομορφιά σου. Σε μισώ, επειδή μπήκες τόσο εύκολα στην καρδιά μου και την ανάγκασες να έχει αισθήματα που δεν ήθελα. Μια Σειρήνα είσαι. Με έχεις μαγέψει κι εξαιτίας αυτής της μαγείας έχω καταστραφεί.". Η Περσεφόνη τον κοίταζε σοκαρισμένη. Δεν ήξερε τι να πει όμως ήξερε ότι δεν είχε κάνει τίποτα από όλα αυτά. Ο Άδης πήρε μια βαθιά ανάσα, για να ηρεμήσει και όταν άνοιξε τα μάτια του, είχε ένα παράξενο χαμόγελο στο πρόσωπο. "Αλλά μην ανησυχείς, όσο κι αν δε σε συμπαθώ, θα σε κρατήσω στο πλευρό μου. Θα κάνω τα πάντα, για να μείνεις εδώ. Δε θα σε αφήσω, θα περάσουμε την αιωνιότητα μαζί, μην έχεις καμιά αμφιβολία. Είσαι δική μου, Περσεφόνη!". Εκείνη δεν άντεξε άλλο. Της είχε ανέβει το αίμα στο κεφάλι.
"Δεν είμαι δική σου κι ούτε πρόκειτα να γίνω ποτέ!", φώναξε και τον κλώτσησε δυνατά όμως δε φάνηκε να τον επηρεάζει καθόλου.
"Μα ήδη είσαι. Καλώς ήλθες στον Κάτω Κόσμο, Περσεφόνη! Στο δικό μου κόσμο. Ελπίζω να απολαύσεις την παντοτινή διαμονή σου εδώ.", είπε αφήνοντάς τη μόνη.
