Κεφάλαιο 20
Επίσημη Αναγόρευση
Η Δήμητρα και η Κόρη ζούσαν ευτυχισμένες στην απομόνωση του νησιού τους. Η Κόρη ήταν πανέξυπνη, όπως άρμοζε άλλωστε σε μια θεά και απορροφούσε σαν σφουγγάρι όσα τη δίδασκε η μητέρα της. Είχε, επίσης, τεράστια περιέργεια κι εκείνη απαντούσε σε όλες τις ερωτήσεις εκτός από μία: Ποιος ήταν ο πατέρας της; Για τη Δήμητρα, η Κόρη δεν είχε πατέρα. Περνούσαν πολλές ώρες μαζί παίζοντας, γελώντας και λέγοντας ιστορίες ενώ το νησί πάντα αντηχούσε απ' τα γέλια και τις φωνές τους. Ένα πρωί που η Κόρη κυνηγούσε μια πεταλούδα άκουσε μια φωνή.
"Πόσο καιρό πίστευες ότι θα μπορούσες να την κρύβεις;"
"Μαμά, τι είναι εκείνο το μεγάλο πουλί;", ρώτησε η Κόρη δείχνοντας ένα ψηλό δέντρο.
"Ερμή; Με τρόμαξες!", είπε η Δήμητρα και αυτός κατέβηκε από το κλαδί που στεκόταν.
"Καταρχήν, δεν είμαι πουλί. Λέγομαι Ερμής, μικρή δεσποινίς."
"Ερμής! Μαμά! Είναι ο θεός με τα φτερά!"
"Δεν έχω φτερά! Δήμητρα, τι του μαθαίνεις του παιδιού;"
"Εννοεί ότι πετάς πολύ γρήγορα."
"Α, αυτό είναι αλήθεια.", είπε με ψηλά το κεφάλι.
"Γιατί ήρθες εδώ;", τον ρώτησε.
"Ο Δίας θεωρεί πως είναι καιρός για την επίσημη αναγόρευση της κόρης του.", δήλωσε ο Ερμής.
"Δεν υπάρχει περίπτωση."
"Είναι διαταγή. Ήδη έχουν προσκληθεί όλοι οι θεοί. Αν δεν έρθετε, θα αντιμετωπίσεις την οργή του Δία.". Η Δήμητρα έσφιξε τις γροθιές της. Δυστυχώς, ήταν αδύναμη μπροστά στο βασιλιά των θεών.
"Εντάξει.", απάντησε με σφιγμένα χείλη. Ο Ερμής έφυγε για να συνεχίσει τις δουλειές του, καθώς από τότε που ξεκίνησε η συνεργασία του με τον Θάνατο έγινε πιο οργανωτικός. Η οργή του Θεού του θανάτου ήταν πολύ τρομακτική εμπειρία, γι' αυτό και απέφευγε να προκαλεί το θυμό του. Παρόλο που το κατσάδιασμα αυτό ήταν να τρεμοπαίξει τα φτερά και να τον αγριοκοιτάξει, εκείνο το βλέμμα στοίχειωνε τους εφιάλτες του.
"Τι είναι αυτό;", ρώτησε ο Θάνατος μόλις ο Ερμής τού έδωσε έναν πάπυρο με τη σφραγίδα του Δία.
"Γράμμα για το βασιλιά σου. Πρόκειται για την επίσημη αναγόρευση της κόρης της Δήμητρας."
"Έχει κάτι ξεχωριστό αυτή η θεά;"
"Δεν ξέρω. Πάντως, θα γίνει πάρτυ. Ο Άδης θα έρθει όμως;"
"Δεν μπορώ να προβλέψω εγώ την απόφαση του μεγαλειότατου.", είπε ο Θάνατος κι αποχώρησε. Επέστρεψε στην αίθουσα του θρόνου και πλησίασε τον Άδη, ο οποίος έκρινε μία ψυχή με την καθοδήγηση της Θέμιδος.
"Στα Τάρταρα. Θάνατε, τι συμβαίνει;"
"Μήνυμα από τον Δία.", απάντησε παραδίδοντας τον πάπυρο. Στον Κάτω Κόσμο υπήρχε μια συνεννόηση να μη σέβονται αρκετά τον Δία, ώστε να τον αποκαλούν με τον τίτλο του. Αναφέρονταν σε εκείνον απλά με το όνομά του ή 'το χρυσό αγόρι' ή 'ο άλλος'. "Είναι μια πρόσκληση για την επίσημη αναγόρευση της κόρης της θεάς Δήμητρας."
"Πώς;", είπε έκπληκτος ο Άδης. Οδήγησε τον Θάνατο στο γραφείο του αμέσως και έκλεισε την πόρτα. "Πες τα μου όλα."
"Σας είπα όσα γνωρίζω, μεγαλειότατε."
"Ποιος είναι ο άντρας της Δήμητρας; Πότε παντρεύτηκε; Πώς ονομάζεται το παιδί της; Τίποτα δεν έμαθες;", ρωτούσε ασταμάτητα κι ύστερα πέταξε τον πάπυρο στη φωτιά, αφού δεν έγραφε λεπτομέρειες. Απλώς πίστευε ότι έπρεπε να γνωρίσει το σύζυγό της πριν το γάμο. Δε μετρούσε καθόλου το γεγονός ότι ήταν ο κηδεμόνας της; Παλιότερα ο Δίας είχε ζητήσει από αυτόν το χέρι της Ήρας. Ίσως τώρα πια κανείς να μην τον έβλεπε σαν μεγάλο αδερφό. Ίσως ο γαμπρός να ζήτησε τη Δήμητρα από τον Δία. Ένοιωσε ένα τσίμπημα στην καρδιά αντιλαμβανόμενος ότι μάλλον είχε αντικατασταθεί από το μικρό του αδερφό. 'Δεν πειράζει, τους καταλαβαίνω.', σκέφτηκε χαμογελώντας πικρά. "Θα παρευρεθώ στη δεξίωση.", αποφάσισε καθώς ήθελε πραγματικά να γνωρίσει την οικογένεια της αδερφής του. Μόλις έφτασε, το πάρτυ είχε ήδη αρχίσει. Έψαξε ένα ήσυχο σημείο και πήγε στον προσωπικό κήπο της Ήρας. Έκλεισε τα μάτια και ανέπνευσε τον καθαρό αέρα. Ξαφνικά, κάτι έπεσε με δύναμη πάνω στο πόδι του. Ήταν ένα μικρό κοριτσάκι που, αν και του θύμιζε κάτι, ήταν βέβαιος ότι δεν το είχε ξαναδεί. Το παιδάκι σήκωσε το κεφάλι και τον κοίταξε κατάματα. 'Αδύνατον', σκέφτηκε. Φορούσε την Αόρατη Περικεφαλαία και ήταν αόρατος σε αυτούς που δεν ήθελε να τον δουν. 'Πώς γίνεται;'
"Κόρη, πού είσαι;", ακούστηκε η χαρούμενη φωνή της Δήμητρας. Το κορίτσι κρύφτηκε πίσω του και τύλιξε μάλιστα την κάπα του γύρω της, λες και αυτό θα τη βοηθούσε. "Να! Σε βρήκα!", είπε η Δήμητρα. Ο Άδης έκανε στην άκρη για να μην τον ανακαλύψει. Η μικρή ξαφνιάστηκε και ύστερα έστρεψε το βλέμμα της στον άγνωστο με θυμό σαν να έφταιγε εκείνος που την ανακάλυψε η μαμά της. Ο Άδης ύψωσε τα φρύδια με έκπληξη κι αυτή άπλωσε τα χέρια προς το μέρος του. "Τι τρέχει, Κόρη; Δεν είναι κανείς εκεί, μωρό μου. Έλα, πάμε μέσα.". Η Δήμητρα προχώρησε μαζί με το παιδί της αλλά η μικρούλα δεν πήρε τα μάτια της από πάνω του. Μόλις στάθηκαν μπροστά στο θρόνο, η Δήμητρα κοίταξε με μίσος τον Δία ενώ η Ήρα έριξε παρόμοιο βλέμμα στην αδερφή της και στο κορίτσι.
"Η Δήμητρα και η κόρη μου.", είπε ο Δίας.
"Η κόρη μου δεν έχει πατέρα. Είναι μόνο δική μου, βάλ' το καλά στο μυαλό σου."
"Αχ, Δήμητρα…", είπε ο Δίας. "Έχεις πολύ μεγάλο θράσος για παλλακίδα.". Ακόμα και η Ήρα ξαφνιάστηκε. Μία από τους δώδεκα θεούς του Ολύμπου να αποκαλείται 'μια απλή παλλακίδα'; "Έλα στον μπαμπά."
"Δεν είναι κόρη σου!", ξεφώνισε η Δήμητρα και το παιδί έκανε ένα βήμα πίσω με βουρκωμένα μάτια. Δεν είχε ξαναδεί τη μαμά της θυμωμένη. Βλέποντας το κορίτσι έτοιμο να βάλει τα κλάματα, η Δήμητρα τη σήκωσε στην αγκαλιά της και χάιδεψε ήρεμα την πλατούλα της. "Συγγνώμη, Κόρη. Μην κλαις. Δε θύμωσα μαζί σου."
"Τολμάς να μου υψώνεις τη φωνή; Θα τιμωρηθείς για αυτή την ασέβεια.", είπε οργισμένος ο Δίας μα τον διέκοψε ένας ήχος.
"Άρχοντα Άδη… Δεν ξέραμε ότι βρίσκεσαι εδώ!", είπε ο Άρης μόλις εμφανίστηκε από το πουθενά ο σκοτεινός άρχοντας.
"Ναι… Περνάω από εδώ μερικές φορές. Σας κάνει να αναρωτιέστε, έτσι;", είπε χαμογελώντας.
"Τι δουλειά έχεις εσύ εδώ;", ρώτησε ο Απόλλων θυμωμένος με τον υπεύθυνο του θανάτου του γιου του, του Ασκληπιού. Ο Άδης όμως τον αγνόησε και έστρεψε το βλέμμα του με ενδιαφέρον στην Κόρη.
"Δήμητρα, η κόρη σου είναι θεά…"
"Της άνοιξης.", αποκρίθηκε εκείνη.
"Και δεν έχεις παντρευτεί."
"Όχι…", απάντησε κατεβάζοντας το κεφάλι.
"Μάλιστα. Η επίσημη αναγόρευση ενός μπάσταρδου από έναν παντρεμένο και την ερωμένη του. Άδικα ξόδεψα το χρόνο μου."
"Άδη!", φώναξε η Άρτεμις.
"Μην τα βάζεις μαζί μου, θεά της σελήνης. Εγώ απλώς αναφέρω τα γεγονότα. Στρέψε την οργή σου προς αυτόν που την κατάντησε έτσι.". Με αυτά τα λόγια, εξαφανίστηκε απ' το παλάτι. Ήταν τόσο πικρά, ώστε η Δήμητρα ένοιωσε σαν να της έμπηξε ένα μαχαίρι στην καρδιά. Δεν της είχε μιλήσει ποτέ με τόση σκληρότητα ο αδερφός της. Η Ήρα ακολούθησε το παράδειγμά του και αποχώρησε ενώ η Εστία κι ο Ποσειδών κοίταξαν με οίκτο την αδερφή τους αλλά δε μίλησαν. Αυτό θα την έκανε να αισθανθεί ακόμα χειρότερα. Ο Δίας, πάλι, συνέχισε τη γιορτή σαν να μη συνέβη τίποτα. Όταν έφτασε επιτέλους στο τέλος της, η Δήμητρα άρπαξε την Κόρη και χάθηκαν. Αυτή ήταν η μεγαλύτερη ταπείνωση της ζωής της όμως δε θα μετάνοιωνε ποτέ που απέκτησε την Κόρη.
