Κεφάλαιο 38
Ώρες Αποφάσεων
Ο Άδης βρισκόταν στην τραπεζαρία του κάστρου, όπου είχε σερβιριστεί το δείπνο για εκείνον και την Περσεφόνη.
"Πω πω! Σταφύλια είναι αυτά;", αναφώνησε ο Τάρταρος εισβάλλοντας στο δωμάτιο. "Γιορτάζουμε κάτι;"
"Εσύ είσαι, Τάρταρε; Δε σε περίμενα.", σχολίασε ο Άδης. Εκείνος δίχως να ζητήσει άδεια έφαγε ένα σταφύλι μα το έφτυσε αμέσως.
"Τι στο καλό είναι τούτο;"
"Τα φρούτα δεν είναι του Κάτω Κόσμου. Τα έφεραν για την Περσεφόνη.", γέλασε ο Άδης.
"Αηδία! Έπρεπε να με προειδοποιήσεις. Για να σε δω εσένα! Φαίνεσαι χαρούμενος. Υποθέτω πως περνάς καλά με τη γυναικούλα σου. Να περιμένει εγγονάκι σύντομα η Νυξ;"
"Τάρταρε, θα σε πείραζε να φύγεις; Περιμένω παρέα."
"Θα προτιμούσα να σου μιλήσω πρώτα, Αιδονέα. Ξέρω ότι το κορίτσι δεν είναι μια από εμάς.", δήλωσε ο Τάρταρος με σοβαρό ύφος ενώ τα μάτια του έψαχναν κάτι στο φαγητό.
"Δεν υπάρχει χθόνιο φρούτο πάνω στο τραπέζι.", απάντησε ο Άδης στην ερώτηση που υπονόησε.
"Μία θεά της γης δεν έχει καμιά θέση στο βασίλειο του Κάτω Κόσμου, Αιδονέα. Γιατί το καθυστερείς;"
"Δεν πρόκειται να τη δέσω μαζί μου δίχως να το θέλει κι εκείνη.", αποκρίθηκε αυστηρά.
"Μα ήδη την έχεις παντρευτεί δίχως να το θέλει. Καταλαβαίνεις ότι κάνεις μισές δουλειές;"
"Κάνω ό,τι μπορώ για να κερδίσω την αγάπη της, ώστε να μείνει μαζί μου από δική της επιθυμία. Αρκετοί αιχμάλωτοι υπάρχουν στο βασίλειό μου. Δε χρειάζομαι κι άλλον."
"Όσο συνεχίζει να μην είναι μία από εμάς, θα τη χάσεις σίγουρα, Αιδονέα! Αν κάνεις αργές κινήσεις, αν περιμένεις πολύ, αν είσαι διστακτικός, θα ανακαλύψεις πως η ιστορία επαναλαμβάνεται.", είπε ο Τάρταρος για να εισπράξει ένα παγωμένο βλέμμα από τον ανηψιό του.
"Παραμένω πιστός στις πεποιθήσεις μου.", τόνισε ο Άδης προσπαθώντας να διατηρήσει την ψυχραιμία του. "Το τι θα αποφασίσω να κάνω με την Περσεφόνη, δε σε αφορά καθόλου."
"Πολύ καλά. Κάνε όπως νομίζεις. Αλλά πριν φύγω, έχω να σου πω δύο πράγματα: Πρώτον, να ξέρεις ότι δεν την εγκρίνω. Είναι αφελής και απλοϊκή σαν παιδί. Δε θα σχολιάσω όμως το γούστο σου στις γυναίκες. Αφού αρέσει σ' εσένα, εγώ πάω πάσο. Το θέμα είναι ότι δεν έχει γίνει ακόμα βασίλισσα. Μπορεί το Έρεβος και η Νυξ να διαφωνούν και να λένε ότι έχει τα φόντα να εξελιχθεί σε μια άξια βασίλισσα αλλά ώσπου να χρησιμοποιήσει τα προσόντα της, εγώ δεν την αναγνωρίζω ως ηγεμόνα. Σου το λέω, γιατί θέλω να είμαι ξεκάθαρος μαζί σου."
"Και δεύτερον;", ρώτησε ο Άδης ανυπόμονα. Ο Τάρταρος τον πλησίασε και τον έπιασε από τους ώμους.
"Αν σου κάνει κακό… Με οποιονδήποτε τρόπο… Δε θα φταίω εγώ για ό,τι γίνει.". Με αυτά τα λόγια ο Τάρταρος προχώρησε προς την έξοδο, άνοιξε την πόρτα και βρέθηκε μπροστά στην Περσεφόνη. "Κατάλαβες, μικρή;". Τρομαγμένη εκείνη έκανε δύο βήματα πίσω αφήνοντας τον Τάρταρο να περάσει και ύστερα κάθισε στην καρέκλα της αμίλητη.
"Ζητώ συγγνώμη για αυτά που άκουσες.", της είπε ο Άδης. "Ο Τάρταρος ήταν ανέκαθεν ο πιο παράλογος στο βασίλειο. Μην παίρνεις στα σοβαρά όλα όσα λέει, όπως ακριβώς κάνω κι εγώ. Αν σε παρηγορεί καθόλου, εγώ δεν πιστεύω πως θα μπορούσες να με βλάψεις.", της είπε γελώντας αλλά μέσα του έβραζε από θυμό. Πώς τόλμησε ο θείος του να αναφερθεί στη Λεύκα; Όλοι στο βασίλειο γνώριζαν καλά πως το θέμα αυτό ήταν απαγορευμένο. Εάν κάποιος αναφερόταν σε αυτήν, συνήθως έλεγε 'εκείνη η νύμφη' ή 'ξέρεις ποια' και οι πραγματικά ατρόμητοι 'η παραλίγο βασίλισσα'. Κανείς όμως δεν έλεγε το όνομά της και κανείς δε μιλούσε για αυτήν ενώ ήταν παρών ο ίδιος. Οπότε, τι προσπαθούσε να κάνει ο Τάρταρος; Ήθελε να τον προκαλέσει; Η Περσεφόνη παρακολουθούσε σιωπηλά την έκφρασή του να αγριεύει και άγγιξε απαλά το χέρι του.
"Αιδονέα, έχω υποσχεθεί ότι δε θα σου κάνω ποτέ κακό."
"Το ξέρω.", της είπε χαμογελώντας ελαφρά.
"Τότε τι σε απασχολεί;"
"Προτού απαντήσω, θέλω να σε ρωτήσω εγώ κάτι. Πόσα άκουσες από τη συζήτηση;"
"Άκουσα ότι δε με εγκρίνει και όλα τα παρακάτω… Ξέρω ότι πολλοί δε με συμπαθούν εδώ. Πρώτα η Μινθώ, τώρα κι ο άρχοντας Τάρταρος…", είπε η Περσεφόνη κι ο Άδης έσφιξε το σαγόνι του. 'Γιατί όλοι κάνουν ό,τι μπορούν για να αισθάνεται ανεπιθύμητη; Ήδη έχει αρκετούς λόγους να θέλει να φύγει. Δε χρειάζεται οι δικοί μου να δυσκολεύουν την κατάσταση ακόμα περισσότερο'.
"Λυπάμαι, Περσεφόνη μου.", της είπε φιλώντας το χέρι της. "Θα προσπαθήσω να νοιώσεις πιο καλοδεχούμενη στο βασίλειο."
"Σ' ευχαριστώ. Δε μου απάντησες όμως. Τι είναι αυτό που σε απασχολεί;"
"Η αλήθεια είναι ότι ίσως υπάρχει λόγος που δεν είσαι αποδεκτή από κάποιους υπηκόους μου. Δεν έχουμε παντρευτεί σύμφωνα με το Χθόνιο νόμο."
"Τι σημαίνει αυτό;"
"Σημαίνει ότι μπορεί στον Όλυμπο να αναγνωρίζουν το γάμο μας αλλά εδώ κάτω… Πιστεύουν ότι δεν είσαι κάτοικος του Κάτω Κόσμου και δεν ανήκεις εδώ."
"Πώς μπορούμε να το αλλάξουμε αυτό;", ρώτησε η Περσεφόνη κι ο Άδης την κοίταξε διστακτικά.
"Θυμάσαι αυτό που είχαμε συζητήσει στους κήπους;". Ο Θεός του Κάτω Κόσμου παρατήρησε με απογοήτευση το αρχικά απορημένο βλέμμα της θεάς να μετατρέπεται σε τρόμο.
"Εννοείς τα δηλητηριώδη φρούτα, που μπορούν να με δέσουν με αυτό το μέρος;", είπε κοιτώντας με φρίκη τους δίσκους πάνω στο τραπέζι.
"Μην ανησυχείς. Αυτά προέρχονται από τον Επάνω Κόσμο. Αλλά ναι, με τροφή από το βασίλειό μου θα αναγνωριστείς ως απόλυτη βασίλισσα."
"Όμως τότε…", είπε σφίγγοντας τις γροθιές της.
"Τότε θα πρέπει να μείνεις μόνιμα εδώ.", ολοκλήρωσε ο Άδης αυτό που δεν κατάφεραν να ξεστομίσουν τα χείλη της. Όσο η Περσεφόνη παρέμενε σκεπτική, εκείνος κρατούσε την ανάσα του, ώσπου να ακούσει την πολυπόθητη απάντηση.
"Δεν μπορώ… Συγχώρεσέ με…", του είπε κι έφυγε τρέχοντας δίχως να κοιτάξει πίσω. Ο Άδης έριξε το βλέμμα του στο εγκαταλελειμμένο δείπνο κι ευχήθηκε να μην είχε αυτή την άθλια αίσθηση ο αναπόφευκτος χωρισμός.
