«Παρασκευή 6 Μαρτίου 1992»
Χτες και προχτές οι προχωρημένοι προετοιμάζονταν για τον αγώνα. Αυτές τις δύο μέρες, μετά την προπόνηση, έπαιρνα τα πράγματά μου και την κοπανούσα κατευθείαν για το επόμενο μάθημα χωρίς να με δει ο Τζον. Κι όσο για τα διαλείμματα, έφευγα απ'το οπτικό του πεδίο αν βρισκόταν κάπου. Λες και θα έκανε τίποτα μπροστά σε όλους. Εγώ όμως έτρεμα στην σκέψη και μόνο ότι μπορεί να πεταχτεί από κάποια γωνία σαν φάντασμα! Όχι ότι δεν τρέμω τώρα, αλλά θέλω να δω πού θα το πάει.
Σήμερα καθώς γυρνούσα από το σχολείο άκουσα ένα τιτίβισμα ανάμεσα στα πόδια μου. Ήταν ένα πουλάκι σωριασμένο στο έδαφος. Το πήρα στις παλάμες μου και το εξέτασα. Η μία φτερούγα του είχε σπάσει και το καημένο τιτίβιζε σαν τρελό απ'τον πόνο. Το χάιδεψα απαλά στην πλάτη να καταλάβει πως είμαι φίλος και το αγκάλιασα. Δεν έχω φροντίσει ποτέ χτυπημένο ζωάκι, πόσο μάλλον πουλί, γι'αυτό και το πήγα στο κοντινότερο κτηνιατρείο άγριων ζώων που είναι γύρω στα πέντε λεπτά με τα πόδια απ'το ορφανοτροφείο.
Ευτυχώς ήταν ανοιχτό. Ένας υπάλληλος ήταν εκεί και μού είπε να περιμένω μέχρι να έρθει ο γιατρός για τα πουλιά. —«Πτηνίατρος» όπως τον είπε.—
Όταν τελικά ήρθε ο γιατρός, μού είπε να περάσω στο ιατρείο του. Ξάπλωσα το πουλάκι σε ένα μικρό τραπέζι και το εξέτασε.
«Είναι σπουργίτι,» είπε. «Θα έχει πέσει από κανένα δέντρο. Πού το βρήκες;»
«Κοντά στο σχολείο μου.»
«Ε, αυτό θα είναι. Δεδομένου ότι ζούμε και σε δασώδη περιοχή, πολύ πιθανόν να έχει πέσει από δέντρο. Αν και το βλέπω σχετικά μεγάλο σε ηλικία για να πέσει. Δηλαδή συνήθως τα μικρά πέφτουν λόγω του ότι ακόμα μαθαίνουν να πετάνε. Τούτο εδώ είναι ενήλικο πουλί.»
«Λοιπόν... Θα το φροντίσετε;»
«Θα του βάλω μια γάζα προς το παρόν, όμως δεν θα μπορέσω να το φιλοξενήσω στο ιατρείο. Βλέπεις, τώρα τελευταία πολλοί κάτοικοι μάς τηλεφωνούν για τραυματισμένα ζώα να τα περιθάλψουμε, και συγκεκριμένα η πτέρυγα με τα πουλιά έχει γεμίσει. Το ιατρείο μας βέβαια δεν περιορίζεται μόνο στο να θεραπεύσουμε τα ζώα, παρακολουθούμε και την υγεία τους αν χρειάζονται κάτι παραπάνω. Καταλαβαίνεις ότι είναι δύσκολο έργο, ειδικά αν υπάρχει μόνο ένας πτηνίατρος για όλα τα πουλιά. Ακόμα δεν έχουμε καταφέρει να βρούμε επιπλέον προσωπικό.»
«Αν δεν δέχεστε, εγώ θα το φροντίσω!» είπα ενοχλημένος από τα λόγια του.
«Όχι, αγόρι μου! Δεν είπα κάτι τέτοιο! Φυσικά και το πονάω το πουλάκι. Απλώς δεν υπάρχει χώρος για να μπει καινούργιος ασθενής. Τα σπουργίτια δεν τα κρατάς για κατοικίδια, κι ας έχουν εξοικειωθεί με τον άνθρωπο. Επίσης, τι θα πουν οι γονείς σου; Μπορεί να μην θέλουν να φέρνεις ζώα στο σπίτι.»
«Δεν έχω γονείς. Μένω στο ορφανοτροφείο εδώ κοντά, το Wammy's house. Έχω όμως κηδεμόνα που αγαπάει τα ζώα.»
«Καλώς. Και πάλι όμως δεν ξέρω αν θα μπορέσεις να το χειριστείς μόνος σου, ειδικά αν δεν έχεις πείρα στα πουλιά.»
«Εσείς θα μού πείτε πώς να το κάνω.»
Ο γιατρός με κοιτούσε σαν να έβλεπε εξωγήινο. Λες και δεν περίμενε από ένα παιδί να θέλει να φροντίσει ένα ζωάκι που χρειάζεται την βοήθειά του. Αλίμονο αν δεν ήμουν τέτοιο παιδί!
Τι να κάνει κι αυτός; Μού είπε τελικά δύο-τρία πράγματα για τα σπουργίτια. Πρώτα βέβαια έδωσε στο πουλί ένα υγρό σαν παυσίπονο, και τού έδεσε την φτερούγα με γάζα. Για κάποιο λόγο όμως δεν μάς απέφυγε, όπως θα περίμενε κανείς από ένα ζώο της φύσης. Καθόταν ήσυχο να δεχτεί την φροντίδα του γιατρού. Άραγε κατάλαβε ότι είμαστε φίλοι;
Μού έδωσε ένα μεγάλο στρογγυλό κλουβί με ένα μικρό στρώμα στο δάπεδο κι έβαλε μέσα το πουλί.
«Σε μια εβδομάδα να περάσεις να τον ελέγξω. Μην ανησυχείς, θα γίνει γρήγορα καλά η φτερούγα του. Μην βγάλεις όμως την γάζα για κανέναν λόγο.»
«Μείνετε ήσυχος. Δεν έχω όμως λεφτά να σας πληρώσω.»
«Δεν θέλω λεφτά, μικρέ. Η φροντίδα για την άγρια φύση γίνεται εθελοντικά.»
Λίγο πριν φύγω, μού έδωσε και μια μικρή συσκευασία με ειδική τροφή για σπουργίτια.
Δεν ξέρω πως μου'ρθε αλλά κάτι έσπασε μέσα μου όταν το είδα. Δεν είχε κάποιον να το βοηθήσει κι έτσι αποφάσισα να το βοηθήσω εγώ. Έτσι κι αλλιώς ούτε εμένα μού δίνει κανείς σημασία, πόσο μάλλον όταν πρόκειται για τον Τζον. —Και να πω, θα με πιστέψουνε; Αφού τον λατρεύουν σαν θεό...—
Τον μικρούλη τον έβγαλα Τσίφτη. Δεν υπάρχει επίσημη μετάφραση του ονόματός του στα αγγλικά, αλλά στα ελληνικά σημαίνει αυτός που είναι πολύ έξυπνος. Τού κόβει που λέμε. Πρέπει να εκτίμησε την βοήθειά μου, γιατί όταν τον έβαλε ο γιατρός στο κλουβιά αποκοιμήθηκε αμέσως. Δεν ξύπνησε ούτε και τώρα που γράφω.
Έχει ωραίους χρωματισμούς. Μπροστά το σώμα του φέρνει λίγο σε μπεζ και πίσω τα φτερά του είναι καφέ-γκρίζα. Μα αυτό που τον κάνει να ξεχωρίζει είναι η μαύρη κουκίδα που έχει στην κοιλίτσα του. Αν λοιπόν ποτέ ξεχάσω τι κατοικίδιο είχα όταν ήμουν εννιά, θα βλέπω κανένα σπουργίτι με μαύρη κουκίδα στην κοιλιά και θα θυμάμαι τον Τσίφτη...
——
«Πέμπτη 12 Μαρτίου 1992»
Κοίταξα το ημερολόγιο τοίχου. 12 Μαρτίου σήμερα. Ο τοπικός αγώνας Τέννις του Λονδίνου. Θα ανυπομονούσα να έρθει η μέρα, αν δεν είχα τον Τζον. Τις τελευταίες τρεις μέρες το μόνο που με ένοιαζε ήταν να τον αποφύγω. Όμως όσο δυνατά και να χτυπούσα την μπάλα να μου φύγει το άγχος, ο φόβος παρέμενε. Μια φωνή μέσα μου μου'λεγε:Κάνε το μάθημά σου και μόλις χτυπήσει κουδούνι τρέχα!Θα μπορούσα βέβαια να μην κάνω τις προπονήσεις, αλλά θα νόμιζαν οι άλλοι πως κάτι συμβαίνει. Ίσως με τον αγώνα να μού έφευγε το άγχος, έστω και για λίγο. Δεν με ένοιαζε αν θα κέρδιζα ή όχι. Τουλάχιστον θα έπαιζα, κι αυτό είναι που έχει σημασία.
Ο αγώνας ξεκίνησε στις δέκα το πρωί, αλλά εμείς βγαίναμε στις δώδεκα. Από το Γουίντσεστερ μέχρι το Λονδίνο είναι δύο ώρες, όποτε φύγαμε στις εννιά. Έβαλα σε μια εκδρομική τσάντα τα όσα χρειαζόμουν και περίμενα τους άλλους να ετοιμαστούν. Λίγο πριν φύγουμε, είπα στον Τσίφτη το μυστικό μου.
«Μικρέ, θα σού αποκαλύψω κάτι: Μπορεί να μην με καταλάβεις αλλά θα στο πω όπως και να'χει: Ξέρω γιατί εσείς τα ζώα μάς φοβάστε. Επειδή ήμαστε εχθροί σας. Έχετε λίγο δίκιο, όμως δεν είναι όλοι έτσι Το βλέπεις κιόλας από μένα. Υπάρχει όμως ένας άνθρωπος πολύ κακός. Με κυνηγάει εδώ και μέρες να μου πει το αίμα. Σαν βαμπίρ. Δηλαδή, όχι ακριβώς να μου πιει το αίμα. Είναι κάτι πολύ χειρότερο... Δεν μπορώ ούτε καν να το πω. Το είπα κιόλας σ'έναν γνωστό του και δεν με πίστεψε. Κι αυτό γιατί έχει φορέσει μια μάσκα που καλύπτει τον πραγματικό του εαυτό. Όλοι νομίζουν ότι είναι ο καλύτερος άνθρωπος που έχουν γνωρίσει! Εγώ όμως τον φοβάμαι. Και δεν ξέρω τι να κάνω...»
Το πουλί με κοιτούσε καλά καλά. Το πήρα στα χέρια μου.
«Σήμερα που λες, είναι ο τοπικός αγώνας τέννις, κι είναι πολύ πιθανό να είναι εκεί. Φοβάμαι... Κι αν κάνει κάτι μαζί μου μπροστά σε όλους; Δεν θέλω να πάω αλλά πρέπει, γιατί είναι γραμμένο το όνομά μου στην λίστα με αυτούς που θα συμμετέχουν. Δεν μπορώ να φύγω τελευταία στιγμή!» Αναστέναξα βαθιά.
«Δεν μπορώ να πάω στο τέννις όπως θα ήθελε η καρδιά μου. Με τι ζόρι πηγαίνω. Αν δεν ήταν ο Τζον—»
Η πρότασή μου κόπηκε απότομα όταν άκουσα τον Κουίλις να με φωνάζει από τις σκάλες και να μού δηλώνει πως το λεωφορείο φεύγει σε δέκα λεπτά.
«Λοιπόν, Τσίφτη. Ώρα να πηγαίνω. Ευχήσου μου καλή τύχη.»
Αγκάλιασα τον μικρό μου φίλο, τον έβαλα στο κλουβί του, άρπαξα την τσάντα μου και μπήκα φουριόζος στο λεωφορείο. Κοίταξα τα παιδιά που φώναζαν και γελούσαν. Όλα κάθονταν δύο δύο στις θέσεις. Έβαλα στο διπλανό κάθισμα τα πράγματά μου. Για μια στιγμή ευχήθηκα να είχα κι εγώ έναν φίλο που να μπορούσε να με υπερασπιστεί. Κάποιον που να έχει κι αυτός την ίδια άποψη για τον Τζον. Μάλλον... Καλύτερα που δεν έχω φίλο γιατί μετά θα αναστάτωνα όλη την ομάδα, αλλά και το σχολείο. Θα απέλυαν τον Τζον και θα έφταιγα εγώ.
Δεν είχα πάει ποτέ στο Λονδίνο. Ήταν μια πανέμορφη μεγάλη πόλη. Δεν θυμάμαι αρκετά, γιατί μια πόλη έχει τόσα πολλά ενδιαφέροντα πράγματα. Θυμάμαι όμως ότι περάσαμε μπροστά απ'το Μπιγκ Μπεν λίγο πριν φτάσουμε στο στάδιο.
Όταν το ρολόι χτύπησε δώδεκα το μεσημέρι, ήταν η σειρά μας να βγούμε στο στάδιο. Είχαμε φτιάξει ζευγάρια και το κάθε ζευγάρι θα έπαιζε ξεχωριστά, κι αν ένας απ'τους δύο παίκτες έπαιζε σωστά, δηλαδή ήταν αρκετά γρήγορος, θα έπαιζε και για δεύτερη φορά με έναν από τους επαγγελματίες τεννίστες που είχαν καλέσει. Εγώ όπως είπα δεν με ενδιέφερε τόσο να κερδίσω. Απλώς άφησα το τεννίστικό μου πνεύμα να μιλήσει. Θυμάμαι ένιωθα ανακούφιση ενώ χτυπούσα την μπάλα. Σαν να έφευγε όλη αυτή η αρνητική ενέργεια από πάνω μου. Δεν με ένοιαζε τίποτα εκείνη την ώρα. Η ρακέτα καθοδηγούσε το σώμα μου. Με κάθε μπαλιά ένιωθα το πνεύμα του τέννις να περνάει μέσα απ'τις φλέβες μου. Κατάλαβα πως δούλεψα αρκετά τους μυς μου, όταν ο ιδρώτας άρχισε να πέφτει βροχή στο μέτωπό μου, κι όταν τα μπράτσα μου άρχισαν να μουδιάζουν. Αυτό θα πει να είσαι αθλητής...
Παραδόξως, ο διαιτητής μού είπε πως ήμουν πολύ καλός, γι'αυτό και με έβαλαν να παίξω με έναν από τους επαγγελματίες τεννίστες. Δεν ήταν κι άσχημα. Ο αντίπαλός μου ήταν πολύ καλός συμπαίκτης με ευγενική άμιλλα. Μόλις έμαθα όμως πως έχει πάρει δεκαεφτά μετάλλια σε αγώνες τέννις, έκανα πίσω, γιατί έτσι κι αλλιώς θα με νικούσε, οπότε δεν υπήρχε λόγος να παίξουμε.
Κατά τύχη όμως τον κέρδισα. Ακούστηκαν ζητωκραυγές μόλις το μπαλάκι προσπέρασε την ρακέτα του. Το πλήθος φώναζε: «μπράβο, μικρέ!» Ύστερα ήρθε ο διαιτητής και μού έδωσε ένα χρυσό μετάλλιο. Τα μάτια μου κόντεψαν να πεταχτούν από τις κόγχες τους. Γιατί να πάρω χρυσό μετάλλιο από τώρα; Έχω μέλλον μπροστά μου ως τεννίστας. Είναι πολύ νωρίς! Αλλά απ'όσα μου είπανε, έμειναν έκπληκτοι που έχω «πνεύμα τεννίστα» από τόσο μικρή ηλικία, γι'αυτό και μου αξίζει το μετάλλιο.
Δεν ήξερα τι να πω... Τα μάτια μου βούρκωσαν ενώ το έβλεπα και το ξαναέβλεπα. Το πρώτο μου χρυσό μετάλλιο... Ποιος να το'λεγε;
Το φόρεσα και το έσφιξα δυνατά στο στήθος μου. Στάθηκα περήφανος μπροστά στο πλήθος, ενώ τα υπόλοιπα παιδιά της ομάδας με αγκάλιαζαν σφιχτά και μου έλεγαν συγχαρητήρια. Η χαρά μου όμως έφυγε σύντομα όταν πρόσεξα τον Τζον να κάθεται στις κερκίδες και να μου χαμογελάει πονηρά.
Αργότερα μάς πήγαιναν σε ένα εστιατόριο να φάμε για μεσημέρι. Σφιγγόταν το στομάχι μου για κάποιο λόγο. Προσπάθησα να ηρεμήσω γιατί αλλιώς δεν θα χώνευα το φαγητό. Αλλά όταν μού σέρβιραν την παραγγελία μου, ένιωσα τον λαιμό μου να καίγεται. Πρέπει να ήμουν χλωμός γιατί ένας από τους συνοδούς ανησύχησε.
«Τι έχεις, μικρό μου; Όλα εντάξει;»
«Ναι...»
«Μήπως πονάει η κοιλίτσα σου;»
«Ο... Όχι. Δηλαδή... Στο λεωφορείο έφαγα μια τυρόπιτα.» είπα ψέματα.
«Δεν κάνει όμως να τρως πριν τον αγώνα, ειδικά τυρόπιτα.»
Λες κι είχα όρεξη να μού κάνουν κήρυγμα!
Τελικά ρώτησε τον σερβιτόρο που είναι οι τουαλέτες. Δεν άντεξα κι έκανα εμετό. Το έμαθαν και οι υπόλοιποι συνοδοί και δεν με άφησαν να φάω την μπριζόλα που είχα παραγγείλει. Ένα από τα παιδιά της ομάδας μού έδωσε μια τσίχλα που φτιάχνει το στομάχι. Μέχρι να επιστρέψουμε στο Γουίντσεστερ ήμουν νηστικός.
Όταν με ρώτησε ο Κουίλις πώς πήγε ο αγώνας το πρώτο πράγμα που τού είπα ήταν ότι έκανα εμετό. Ανησύχησε μεν, αλλά πίστεψε ότι έφαγα μες το λεωφορείο. Όσο για τα υπόλοιπα τού είπα ότι ήμουν πολύ κουρασμένος από τον αγώνα και δεν ήθελα κουβέντες. —Που ήμουν!— Όμως το μόνο που σκεφτόμουν ήταν πώς θα ξεφορτωθώ τον Τζον χωρίς να το μάθουν οι άλλοι. Δεν θέλω να τούς χαλάσω την ωραία εικόνα και προδώσει την εμπιστοσύνη τους, όπως πρόδωσε κι εκείνος την δική μου! Πρέπει να υπάρχει λύση!
——
«Παρασκευή 13 Μαρτίου 1992»
Σήμερα στο μάθημα της γυμναστικής δεν είχα κάποια φοβία πως ο Τζον θα μου κάνει κακό, όμως ήθελα να μείνω όσο πιο μακριά του γίνεται. Ήθελα κιόλας να παρατηρήσω τις κινήσεις του στους υπόλοιπους συμμαθητές μου. Πάντως, ήμουν τόσο χαρούμενος όταν πήρα το χρυσό μετάλλιο χτες, που σήμερα ήμουν πολύ πιο γρήγορος στο τέννις. Ξεπέρασα την ταχύτητα του φωτός... Το μόνο πράγμα που άκουγα ήταν η καρδιά μου που χτυπούσε δυνατά από την περηφάνια, και το μυαλό μου που μου'λεγε:Μπράβο, αγόρι μου! Είσαι και ο πρώτος!Για λίγο μου είχε ανέβει η αυτοπεποίθηση, κι όμως ο Τζον είχε σκοπό να την εξαφανίσει τελείως, να μην μείνει τίποτα!
Μετά την προπόνηση, πήγα ως συνήθως στις τουαλέτες να αλλάξω. Για κάποιο λόγο όμως με το που μπήκα μέσα, το στομάχι μου δέθηκε κόμπος κι ένιωσα κατευθείαν ένα αίσθημα κινδύνου. Μια φωνούλα μέσα μου φώναζε:Κίνδυνος! Βγες έξω αμέσως τώρα!Αλλά προτίμησα να την αγνοήσω γιατί σκέφτηκα πως θα με έπιασε πάλι μανία καταδίωξης με τον Τζον. Εξάλλου, τι κίνδυνος μπορεί να υπήρχε μέσα στις τουαλέτες; Ο Τζον έχει να το κάνει αυτό πάνω από 'βδομάδα. Κι αν του'ρθει να το κάνει, απλώς τον αποφεύγω. Λες να μου έχει στήσει ενέδρα;
Κι ενώ έκανα αυτές τις σκέψεις, χωρίς προειδοποίηση, άνοιξε διάπλατα η τελευταία πόρτα των τουαλετών κι ένα χέρι με τράβηξε μέσα. «Έλα 'δω εσύ!» ούρλιαξε. Δεν υπήρχε αμφιβολία πως ήταν ο Τζον. —Όχι πως θα ήταν και κανένας άλλος δηλαδή—
Έσυρε τον συρτή από μέσα και με στήριξε στον τοίχο. Άρχισα να χτυπιέμαι σαν τρελός και φώναζα να με αφήσει να φύγω.
«Χα! Άκου τι λέει! Να τον αφήσω!» ειρωνεύτηκε
«Ατιμούτσικο, μού θες και χρυσό μετάλλιο! Δεν λέω, ήσουν πολύ καλός, αλλά όχι αρκετά ώστε να το κερδίσεις με την αξία σου. Οι διαιτητές εκεί πέρα δε ξέρανε. Ξεράδια ξέρανε! Δώρο στο έκαναν! Εγώ θα σου δείξω το πνεύμα του πραγματικού τεννίστα!» Δυστυχώς ήταν η τελευταία ώρα και σχεδόν όλοι είχαν σχολάσει, οπότε δεν θα άκουγε κανείς τις κραυγές μου. Έπρεπε μόνος μου να τον αντιμετωπίσω. Κάπως να του ξέφευγα!
Έλα όμως που η τύχη δεν το 'θελε! Έκανε ο,τι έκανε ακριβώς και την περασμένη Δευτέρα! Το σώμα μου ήταν πλέον σκλάβος των χεριών του. Παρόλο που προσπαθούσα να αμυνθώ εκείνος με κρατούσε σφιχτά να μην αντιστέκομαι. Είχα τρομοκρατηθεί τόσο που δεν σκεφτόμουν τι γινόταν. Έκλαιγα ενώ έβλεπα μέσα από τα δάκρυά μου το κατακόκκινό του πρόσωπο και το άρρωστό του χαμόγελο. Μού έσφιγγε τα πόδια.
«Πονάω! Σταμάτα!» φώναξα τελικά.
Χάρηκε όταν το άκουσε γιατί χαμογέλασε κοιτώντας με κατάματα και είπε: «Αν δεν πονέσεις, πώς θα κάνεις μυς;»
Τα δάχτυλά του πίεζαν δυνατά τους καρπούς μου. Σίγουρα θα ένιωθε τον σφυγμό μου που χτυπούσε δυνατά και ρυθμικά. Δεν έλεγε να δείξει έλεος αυτός ο δράκουλας, αυτό το βαμπίρ!
Μέχρι τώρα πίστευα πως τα βαμπίρ τρέφονται με αίμα. Μερικά όμως τρέφονται με αισθήματα. Ο φόβος είναι το αγαπημένο τους γεύμα, ειδικά αν έχει και λίγη δόση από τρομοκρατημένα πρόσωπα, μαζί με τα γυμνά τους σώματα και τα κλάματά τους! Ο Τζον είναι ένα από αυτά! Μεταμορφώθηκε σε άνθρωπο να βρει θύματα κι εγώ η μύγα πιάστηκα στον ιστό της αράχνης, και μάλιστα δηλητηριώδους. Είμαι σίγουρος ότι σύντομα θα βρει κι άλλα ανυποψίαστα έντομα για κυρίως πιάτο!
Δεν θυμάμαι τι έγινε μετά από αυτό. Όλα έγιναν πολύ γρήγορα. Με αγκάλιαζε, αλλά αυτή η αγκαλιά δεν έβγαινε με αγάπη! Ήταν... Γυμνός. Το ίδιο κι εγώ. Απ'την μέση και κάτω δεν είχε ρούχα.
«Ένας μαθητής πάντα πρέπει να έρχεται κοντά με τον δάσκαλό του!» είπε ενώ με χάιδευε.
