Η ζωή στο Λόφο του Γουότερσιπ δεν ήταν και χωρίς τις δυσκολίες της. Με το που είχαν φτάσει, η παρέα δεν άργησε να καταλάβει τη μεγάλη και δύσκολη δουλειά που τους περίμενε. Ο λόφος, αν και ήταν ασφαλής, δεν είχε καθόλου σπηλιές, τρύπες ή οποιοδήποτε άλλο μέρος που θα μπορούσε να τους προσφέρει καταφύγιο. Τελικά, μετά από πολύ ψάξιμο, ο Βατόμουρος βρήκε ένα εγκαταλελειμμένο λαγούμι κάτω από μια πανάρχαια οξιά στη βόρεια πλευρά του λόφου. Αυτό το λαγούμι, το οποίο είχαν μάλλον σκάψει κάποιοι περαστικοί χλέσσιλ, οι οποίοι όμως είχαν προ πολλού φύγει, τώρα θα εξυπηρετούσε το σκοπό τους.

Η Βιολέτα, η Τριφυλλίτσα και η Θημωνιά εξέτασαν το λαγούμι και βρήκαν πως ήταν σε καλή κατάσταση, χωρίς κανένα ίχνος ασθένειας ή θανάτου. Αν και ήταν πολύ μικρό να τους χωρέσει όλους, με λίγη σκληρή δουλειά, θα μπορούσαν να το μεγαλώσουν αρκετά ώστε να γίνει μια μεγάλη, καινούργια φωλιά. Το μόνο ερώτημα ήταν οι σκαφτιάδες.

Ο Άλαν έμαθε πως, στη κουλτούρα των κουνελιών, οι κουνέλες έκαναν όλο το σκάψιμο, ενώ οι κούνελοι υπηρετούσαν στην Άουσλα ή ήταν σύμβουλοι του Αρχικούνελου. Αλλά με μόνο τέσσερις κουνέλες, μια από τις οποίες δεν είχε ιδέα από σκάψιμο, το σκάψιμο του κουνελότοπου θα έπαιρνε για πάντα!

Ο Φουντούκης είχε προτείνει να βοηθήσουν όλοι στο σκάψιμο, επισημαίνοντας πόσο σημαντικό ήταν να τελειώσουν το νέο κουνελότοπο τους το συντομότερο δυνατόν, προτού τραβήξουν τη προσοχή των ελίλ. Ωστόσο, πολλά από τα παραδοσιακά κουνέλια όπως ο Περούκας, ο Ραδίκης και ο Βατόμουρος, αρνήθηκαν ευθύς να κάνουν 'δουλειά για κουνέλες', πιστεύοντας πως ήταν προσβολή στη περηφάνια τους ως κούνελοι. Ο Φουντούκης δεν ήταν καθόλου ευχαριστημένος.

«Αυτή τη στιγμή, η υπερηφάνεια σας δεν με ενδιαφέρει,» τους είπε αυστηρά, «Έχουμε όλοι μια ευθύνη, εάν είναι να ξεκινήσουμε μια καινούργια ζωή εδώ πέρα. Δεν δέχομαι εσείς οι τεμπέληδες να κάθεστε στα αυγά σας ενώ οι υπόλοιποι από εμάς δουλεύουμε σαν σκλάβοι!»

«Τότε ανάγκασε με εάν τολμάς!» μούγγρισε ο Περούκας, ο οποίος ως συνήθως πήγαινε γυρεύοντας για καβγά. Αν και ήταν πολύ μικρόσωμος από τον στρατοκούνελο, ο Φουντούκης δεν δείλιασε μπροστά στον Περούκα. Οι δυο τους θα είχαν σίγουρα πιαστεί στα χέρια, εάν ο Άλαν και ο Πενταράκης δεν είχαν επέμβει εκείνη τη στιγμή και τους συγκράτησαν.

«Μην ανακατεύεσαι, Άλαν, μη σε τσακίσω και εσένα στο ξύλο!» μούγγρισε ο αγριεμένος κούνελος, προσπαθώντας να περάσει τον άνθρωπο που του έκλεινε το δρόμο, να ορμήσει στο Φουντούκι.

«Όχι μέχρι να καλμάρεις τα νευράκια σου, φιλάρα,» είπε ο Άλαν, «Δεν θα το κάνουμε ρινγκ πυγμαχίας εδώ πέρα!» Έλπιζε πως ο Περούκας θα ερχόταν στα λογικά του δεν θα του ορμούσε. Όχι πως τον φοβόταν, αλλά ανησυχούσε για τις επιπτώσεις που θα είχε για τη φιλία τους εάν πιάνονταν στα χέρια. Εν στο μεταξύ, ο Πενταράκης είχε καταφέρει να ηρεμήσει αρκετά τον αδελφό του ώστε να λογικευτούν.

«Το να μαλώνουμε δεν θα μας βγάλει πουθενά, Φουντούκη,» του είπε, «Πρέπει να ξεπεράσουμε τις διαφορές μας και να συνεργαστούμε, αλλιώς είμαστε όλοι ξοφλημένοι.» Ο Φουντούκης αναστέναξε.

«Έχεις δίκιο, Πενταράκη, δεν ωφελεί. Όμως πρέπει να βρούμε μια λύση σύντομα. Όσο παραμένουμε έξω στα ανοιχτά, είμαστε εντελώς εκτεθειμένοι στους ελίλ ή σε εχθρούς…»

Σε αυτή τη περίπτωση λοιπόν, ίσως είναι καιρός να πάρουμε το πρώτο μεγάλο βήμα στην ίδρυση της νέας μας αποικίας,» τον διέκοψε ο Άλαν, «Πρέπει να ορίσουμε έναν ηγέτη – κάποιος ο οποίος θα κάνει κουμάντο και θα παίρνει όλες τις σημαντικές αποφασίσεις εδώ πέρα.» Ο Φουντούκης, παρατήρησε, ένοιωθε μεγάλη αμηχανία, καθώς θυμήθηκε τη συζήτηση που είχαν τις προάλλες. Η στιγμή της αλήθειας είχε φτάσει. Χρειάζονταν έναν ηγέτη – ηγέτης σήμαινε εξουσία, ιεραρχία και μια ολοκληρωμένη κοινωνία. Οι άλλοι επίσης το καταλάβαιναν.

«Εντάξει λοιπόν, ας διαλέξουμε έναν ηγέτη. Ποιος εδώ πέρα έχει όλα τα χαρίσματα ενός Αρχικούνελου: κουράγιο, δύναμη, σοφία και καλή καρδιά;» ρώτησε ο Πικραλίδας, ο ειδικός στα έθιμα των κουνελιών. Με την εξαίρεση των μετριοφρόνων Κουκουτσάκι, Πενταράκη και Φουντούκι, όλοι οι κούνελοι σήκωσαν το πόδι τους. Ο Άλαν γύρισε τα μάτια του. Αδύνατον να διαλέξουν έτσι κάποιον ως αρχηγό.

«Τι λέτε για Πετρομαντείες;» πρότεινε ο Περούκας, «Όσοι επιθυμούν να αναλάβουν την εξουσία θα πρέπει να παίξουν ενάντια των ανταγωνιστών τους. Όποιος νικήσει ενάντια όλων των άλλων ανταγωνιστών, θα έχει αποδείξει την ευφυΐα του και άξιος του τίτλου του Αρχικούνελου.» Πέρα από τις πολεμικές του ικανότητες, ο Περούκας φημιζόταν για το ταλέντο του στις Πετρομαντείες – ο επόμενος καλύτερος, μετά τον Λευκαγκάθη – και ήλπιζε να το χρησιμοποιήσει προς όφελος του τώρα. Δυστυχώς, η πρόταση του απορρίφτηκε στη στιγμή.

Ο Πουρνάρης είχε εκφράσει το δικαίωμα του να αναλάβει την εξουσία ως Αρχικούνελος, καθώς ήταν ο πιο υψηλόβαθμος από όλους τους επιζήσαντες του Σάντλεφορντ και συνεπώς ο νόμιμος διάδοχος του Θρέρα. Δυστυχώς, ούτε και αυτό παρείχε τη λύση, καθώς όλοι ήλπιζαν για μια καινούργια αρχή. Κανείς δεν ήθελε να συνεχίσει τη ζωή που ήξεραν από τον παλιό τους κουνελότοπο.

«Έχω μια καλύτερη ιδέα,» είπε ο Άλαν, «Γιατί δεν κάνουμε αυτό το μέρος δημοκρατία και να ψηφίσουμε τον καινούργιο μας ηγέτη; Πιστεύω πως θα είναι καλύτερα από Πετρομαντείες, βαθμοί που δεν έχουν πια καμία αξία ή απλώς να τσακωνόμαστε δίχως τέλος.»

«Τότε μήπως δεν μας κάνεις πρώτα τη χάρη και να μας εξηγήσεις τι ακριβώς είναι αυτή η… δημοκρατία;» ρώτησε ο Βατόμουρος, «Ποτέ δεν έχω ακούσει για τέτοιο σύστημα ιεραρχίας.» Αυτό δεν ξάφνιαζε και πολύ τον Άλαν. Κρίνοντας από τη μεσαιωνική ιδεολογία των φίλων του, όπου οι αδύναμοι πάντα έβλεπαν τους δυνατούς ως ηγέτες, όπως και είχε η φυσική τάξη των πραγμάτων, η ιδέα μιας δημοκρατίας τους ήταν εντελώς άγνωστη.

«Σε μια δημοκρατία, όλοι είναι ίσοι ενώπιον του νόμου,» τους εξήγησε, όσο πιο απλά μπορούσε, «Όλοι έχουν δικαίωμα έκφρασης και λόγου, και ο ηγέτης ψηφίζεται κατά πλειοψηφία.» Όπως και ήταν αναμενόμενο, τα κουνέλια, ειδικά οι πάροικοι, οι οποίοι ποτέ δεν ήταν ίσοι κανενός στη ζωή τους, έδειξαν μεγάλο ενδιαφέρον στο να ιδρύσουν μια τέτοια κοινωνία. Κάποιοι ωστόσο, όπως ο Βατόμουρος, ένας πρώην υψηλόβαθμος, ο προσωπικός σύμβουλος του Θρέρα, είχαν σοβαρές αμφιβολίες.

«Θέλεις να πεις πως εσείς οι άνθρωποι αντιμετωπίζετε τους αρχηγούς σας ως ισότιμους σας;» αναφώνησε κατάπληκτος ο Βατόμουρος, «Μα τον Φριθ, ένας Αρχικούνελος είναι αναμφισβήτητος! Η εξουσία του και μόνο είναι αυτό που κρατά έναν κουνελότοπο από το να βυθιστεί στο χάος! Για αυτό το λόγο και ο Φρίθ έκανε το αξίωμα του Αρχικούνελο ιερό όταν ονόμασε τον Ελ-Αρερά ως πρώτο Αρχικούνελο του λαού Του…»

Αν και ο Βατόμουρος είχε έως ένα σημείο δίκιο, και ναι, η ανθρώπινη κοινωνία είχε καταντήσει ολόκληρη την υφήλιο σε ένα διχασμένο κόσμο, γεμάτο φτώχια, εγκληματικότητα και πολιτική αστάθεια – πιθανότατα και να είχε τελικά οδηγήσει στον αφανισμό του ανθρώπου – από την άλλη, ένας μονάρχης όπως ο Θρέρα, του οποίου η αλαζονεία και ο εγωισμός είχαν δημιουργήσει τόση διαφθορά και κοινωνική διχόνοια ανάμεσα στο λαό του, δεν ήταν και το καλύτερο μοντέλο ενός ηγέτη. Ίσως είχε έρθει η ώρα να δημιουργήσουν μια καινούργια κοινωνία, χρησιμοποιώντας τα καλά κομμάτια και των δυο ιδεολογιών, όπου όλοι θα εξυπηρετούν κάποιο αποδοτικό σκοπό.

«Οι κανόνες είναι απλοί,» τους εξήγησε, «Πρώτον, όσοι επιθυμούν να δηλώσουν ως υποψήφιοι δεν μπορούν να ψηφήσουν για τους εαυτούς τους. Δεύτερον, οι ψηφοφόροι έχουν δικαίωμα να ψηφίσουν μόνο για έναν υποψήφιο ο καθένας. Τρίτον, η απάτη και η δολιοφθορά για το όφελος κάποιου υποψηφίου απαγορεύεται, και όσοι το επιχειρήσουν θα αποβληθούν. Και τέταρτον,» πρόσθεσε, κατόπιν σκέψεως, «Ο νέος μας Αρχικούνελος, όποιος και αν βγει τελικά, θα πρέπει να γνωρίζει πως, αν και φυσικά θα αρκεί όλη την εξουσία καθώς και θα έχει όλα τα προνόμια του βαθμού του, εάν τα χρησιμοποιήσει για δικό του όφελος ή εις βάρος του λαού του, τότε ο λαός θα έχει το δικαίωμα να τον ψηφίσει εκτός. Αυτός θα είναι ο πρώτος μας νέος νόμος. Έχει κανείς αντίρρηση;»

«Εάν ο Θρέρα μπορούσε να μας δει τώρα,» μουρμούρισε σαστισμένος ο Βατόμουρος, «Δεν θα αναγνώριζε πια ούτε τον ίδιο του το λαό!» Ο Άλαν δεν μπορούσε να πει εάν ο Βατόμουρος υποστήριζε ή όχι την πρόταση του περί δημοκρατίας. Αλλά, όπως και να ήταν, ένα πράμα ήταν σίγουρο: σήμερα ήταν μια νέα αρχή για όλους τους, άνθρωποι και κουνέλια.

Αφού όλοι είχαν συμφωνήσει και κατανοήσει τους κανόνες της ψηφοφορίας, τα κουνέλια και οι άνθρωποι αποφάσισαν να κάνουν ένα σύντομο διάλειμμα, να ηρεμήσουν τα πνεύματα και να αποφασίσουν για τους υποψήφιους.

Ο Περούκας και ο Πουρνάρης ετοίμασαν μια περιπολία και πήγαν να ελέγξουν τη τριγύρω περιοχή για ίχνη των Εφραφανών. Ο Ντέρεκ πήγε και βρήκε των Άλαν, ο οποίος είχε πάει λίγο παραπέρα να κάνει τσιγάρο, να του μιλήσει ιδιαιτέρως.

«'Αλ, έχεις μια χρυσή ευκαιρία, άνθρωπέ μου!» του είπε, πηδώντας κυριολεκτικά με ενθουσιασμό, «Γιατί δεν δίνεις υποψηφιότητα για αρχηγό;» Αλλά ο Άλαν κούνησε αρνητικά το κεφάλι του.

«Ευχαριστώ, να μου λείπει,» είπε στο φίλο του, «Ο Φουντούκης μου πρότεινε ακριβώς αυτό τις προάλλες και, όπως και σε εκείνον, σου δίνω τώρα την ίδια απάντηση: εάν γινόμουν ο ηγέτης της καινούργιας μας αποικίας, η επιρροή μου πάνω σε αυτά τα κουνέλια θα είχε καταστροφικές επιπτώσεις. Θα υπήρχε διχασμός, ακόμη και να μας οδηγούσε σε εμφύλιο πόλεμο. Όχι, δεν γίνεται κάποιος από εμάς να αναλάβει την ιεραρχία. Ο Αρχικούνελος μας θα πρέπει να είναι κουνέλι, όχι άνθρωπος.»

«Καλά, τρελάθηκες;» επέμενε ο Ντέρεκ, «Εσύ είσαι γεννημένος ηγέτης, για όνομα του Θεού! Για σκέψου πόσα θα μπορούσαμε να τους προσφέρουμε! Αφού έχουν ανθρώπινη νοημοσύνη σαν και εμάς. Ίσως να μπορούμε να περισώσουμε κάτι από το ανθρώπινο είδος, εάν τους περάσουμε όλη τη μόρφωση μας. Θα μπορούσαμε να ξαναφτιάξουμε όλο τον πολιτισμό..!»

«Μάλλον χάνεις την ουσία, Ντίκ,» είπε ο Άλαν, «Δεν βλέπεις πως καταντάει ένα ζώο όταν το απομακρύνεις από το φυσικό του περιβάλλον; Εξημερωμένο και απολύτως εξαρτώμενο από τον άνθρωπο για την επιβίωση του. Αυτά τα κουνέλια ξέρουν και ζουν αρμονικά με τη φύση. Εάν επιχειρήσουμε να τους κάνουμε, όπως λέει ο λόγος, κληρονόμους του εξαφανισμένου μας είδους, θα φυτεύουμε κυριολεκτικά τους σπόρους της καταστροφής αυτού του κόσμου. Εγώ πάντως δεν πρόκειται να επαναλάβω τα σφάλματα των προγόνων μας.»

Ο Ντέρεκ ήθελε να επισημάνει στο φίλο του πως μάλλον ήταν αναπόφευκτό αφού ήταν ήδη μέλη της κοινωνίας τους, αλλά δεν πρόλαβε να πει κουβέντα, γιατί εκείνη τη στιγμή, ο Περούκας και ο Μακιούχαν ήρθαν τρέχοντας με νέα για μια ενδιαφέρουσα ανακάλυψη.

«Καλύτερα να έρθετε αμέσως.»

Τους ακολούθησαν σε ένα άλσος κοντά στους πρόποδες του λόφου, όπου ο Πουρνάρης και η υπόλοιπη περιπολία τους περίμεναν. Κρεμασμένο από τα κλαδιά ενός δέντρου ήταν το ξεφούσκωτο μπαλόνι ενός πεσμένου αερόστατου. Το καλάθι βρισκόταν άδειο λίγο παραπέρα, ακόμη ενωμένο στα μπλεγμένα σκοινιά του διχτιού.

«Τελικά δεν είμαστε οι μόνοι χρονοταξιδιώτες εδώ πέρα,» είπε ο Άλαν, κοιτάζοντας το εγκαταλελειμμένο σκάφος. Προφανώς οι ιδιοκτήτες του αερόστατου, όποιοι και να ήταν, είχαν κατά λάθος πετάξει μέσα από την ίδια χρονοδίνη που τους είχε φέρει σε αυτή την εποχή, και βρέθηκαν καθηλωμένοι στο μακρινό μέλλον. Ωστόσο, δεν υπήρχε ίχνος τους, νεκροί ή ζωντανοί.

«Τι νομίζετε να τους συνέβη;» απόρησε καχύποπτα ο Περούκας, «Δεν υπάρχουν ίχνη επίθεσης από τους ελίλ...»

«Όντως, περίεργο,» είπε ο Ντέρεκ, εξετάζοντας τις ζημιές στο αερόστατο. Θα χρειαζόταν πλήρη επανασυναρμολόγηση, ίσως και ορισμένες μικρές διαρροές που ήθελαν μπάλωμα, αλλά κατά τα άλλα, δεν φαινόταν να είχε γίνει καμιά σοβαρή ζημιά. Η προσγείωση δεν μπορούσε να ήταν πολύ βίαιη. Σε αυτή τη περίπτωση, γιατί άραγε να εγκατέλειψαν το αερόστατο τους οι εκδρομείς; Εκτός φυσικά, σκέφτηκε, εάν τους συνέβη κάτι άλλο... Ο Μακιούχαν, εν στο μεταξύ, είχε άλλες ιδέες.

«Υπάρχει καμιά ελπίδα να επισκευαστεί αυτό το πράμα; Μήπως μπορούμε να το χρησιμοποιήσουμε να φύγουμε από δω πέρα;» Αλλά, ο Ντέρεκ, ο οποίος εξέταζε τις φιάλες προπανίου που τροφοδοτούσαν τους καυστήρες που φούσκωναν το μπαλόνι, κούνησε απογοητευμένος το κεφάλι του.

«Δεν έχει καθόλου καύσιμα," είπε, «Μάλλον οι προηγούμενοι ιδιοκτήτες του συνέχισαν να πετάνε αφότου πέρασαν μέσα από τη χρονοδίνη, ώσπου τους τελείωσαν τα καύσιμα και έπεσαν από τον ουρανό. Κάνεις δεν πρόκειται να φύγει από δω με αυτό το αερόστατο.» Απογοητευμένοι και μη βρίσκοντας τίποτα χρήσιμο, η παρέα επέστρεψε πίσω στο λόφο.

Η αποικία είχε όλη μαζευτεί για τις εκλογές. Ο Ντέρεκ, ο οποίος είχε αναλάβει τα καθήκοντα γραμματέα της επιτροπής, σημείωσε τα ονόματα των υποψηφίων, και αποκλείοντας τους εξαιρούντες. Οι κουνέλες απαγορεύονταν σύμφωνα με την αρχαία παράδοση των κουνελιών να δηλώσουν υποψηφιότητα για θέση εξουσίας. Κάποιοι, όπως ο Πενταράκης, ο Κουκουτσάκης, ο Φραουλής και ο Ξυλόκουτος εξαιρούνταν λόγο της μικρής τους ηλικίας ή της απειρίας τους, και στη περίπτωση ορισμένων όπως ο Πικραλίδας και ο Ραδίκης, η έλλειψη ωριμότητας. Όσο για τους χαμηλόβαθμους στρατοκούνελους, σύμφωνα με το κώδικα τιμής τους, εξακολουθούσαν να βρίσκονται υπό τις διαταγές των ανωτέρων τους, δηλαδή τους δυο αξιωματικούς, τον Περούκα και τον Πουρνάρη.

Τελικά, συνολικά, έμειναν με τέσσερις υποψήφιους: Τον Περούκα, τον Πουρνάρη, τον Φουντούκη, ο οποίος είχε τελικά υποχωρήσει για χάρη του Πενταράκη και δέχθηκε να δώσει υποψηφιότητα, και ο Άλαν, για χατίρι του Ντέρεκ. Προτού ακολουθήσει τους υπόλοιπους συνυποψήφιους του όμως, πήρε στην άκρη τον Κουκουτσάκη, για να μιλήσουν ιδιαιτέρως.

«Κουκουτσάκη, σαν φίλος μου, σε ικετεύω, μην ψηφίσεις για εμένα, αλλά για τον Φουντούκη. Αυτός είναι ο σωστός ηγέτης για την αποικία μας.» Αν και είχε σοβαρές αμφιβολίες, ευτυχώς, ο Κουκουτσάκης συμφώνησε χωρίς να το κάνει θέμα. Έχοντας παίξει το τελευταίο ατού του και με το υπόλοιπα πια στα χέρια της μοίρας, ο Άλας μίλησε στο κοινό.

«Καλωσορίσατε στις εκλογές. Για να υποβάλετε τη ψήφο σας, ότι πρέπει να κάνετε είναι να σηκώσετε το δεξί σας πόδι όταν το όνομα του υποψηφίου σας αναγγελθεί. Όποιος υποψήφιος μαζέψει τις περισσότερες ψήφους, θα είναι ο νικητής. Εάν δεν υπάρχει καμία απορία, παρακαλώ ξεκινήστε.» Όσο ο Μακιούχαν, ο πρόεδρος της επιτροπής, ανήγγειλε τα ονόματα των υποψηφίων, ο Ντέρεκ, ο διορισμένος γραμματέας του, μέτρησε και σημείωσε τις ψήφους.

«Εκείνοι που ψηφίζουν για τον Περούκα;»

Ο Ραδίκης δεν μπορούσε να αντισταθεί στο πειρασμό και προσπάθησε να υποβάλει έναν επιπλέον ψήφο για τον Περούκα σηκώνοντας και τα δυο του πόδια πίσω από τη πλάτη του Βελανίδη χωρίς να προσέξει ο Ντέρεκ. Ο Περούκας όμως, που είχε μάτια σαν του γερακιού τον αγριοκοίταξε προειδοποιητικά. Αν και είχε φιλοδοξίες να γίνει αρχηγός, η στρατιωτική τιμή του δεν του επέτρεπε να το επιτύχει με μια βρώμικη απάτη σαν και αυτή. Ο Ραδίκης με απροθυμία χαμήλωσε το πόδι του, μουρμουρίζοντας πως τώρα θα κατέληγαν με κάποιο Αρχικούνελο της συμφοράς ο οποίος θα τους ανάγκαζε να σκάβουν σαν κουνέλες από το πρωί μέχρι το σούρουπο.

Επιτέλους, όλοι οι ψήφοι είχαν μαζευτεί και μετρηθεί. Από τον Κουκουτσάκη, τον Πενταράκη, τον Ξυλόκουτο, τη Θημωνιά, τον Ασημί και τη Βιολέτα, ο Φουντούκης είχε πάρει έξι ψήφους. Από τον Ραδίκη, τον Πικραλίδα, τον Βελανίδη, τον Δυόσπορο και τον Λευκαγκάθη, ο Περούκας είχε πάρει πέντε. Από τον Ντέρεκ, τον Μακιούχαν, τον Φραουλή και τη Νιλντροέιν, ο Άλαν είχε τέσσερις. Και όσο για τον Πουρνάρη, από τη Τριφυλλίτσα, το Βατόμουρο και τον Καμπανούλη, είχε πάρει τρεις ψήφους. Νικητής ήταν ο Φουντούκης!

«Ένα ζήτω για το Βασιλιά Φουντούκη, ο πρώτος Αρχικούνελος του Κουνελότοπου του Λόφου του Γουότερσιπ!"

Ολόκληρη η αποικία ξέσπασε σε χειροκροτήματα και ζητωκραυγές, καθώς ο Φουντούκης, νιώθοντας μεγάλη αμηχανία, αλλά παραμένοντας σοβαρός και με αξιοπρέπεια μπροστά στο λαό του, ανέλαβε τη νέα του εξουσία ως ηγέτης. Ο Περούκας ορίστηκε λοχαγός της Άουσλα του κουνελότοπου, αντικαθιστώντας τον Πουρνάρη, ο οποίος ανέλαβε νέα καθήκοντα ως προσωπικός σύμβουλος του Φουντούκη. Ο Καμπανούλης, ο Ασημής και ο Άλαν επίσης ορίστηκαν αξιωματικοί της Άουσλα. Επιτέλους, είχαν ένα μέρος να αποκαλούν σπίτι και τώρα είχαν και έναν σωστό ηγέτη. Ο Κουνελότοπος του Γουότερσιπ είχε μόλις ιδρυθεί!

Εν αγνοία όλων τους όμως, όχι πολύ μακριά, κάποιος άλλος κατάστρωνε σχέδια ώστε η νέα αποικία του Γουότερσιπ δεν θα γνώριζε για πολύ ακόμα την ευτυχία...

Κοντά στα έρημα και καμένα ερείπια του Σάντρεφορντ, το εγκαταλελειμμένο Τσέσνα βρισκόταν ακόμη ακινητοποιημένο μέσα στο βάλτο όπου είχε προσγειωθεί πριν μια εβδομάδα. Αλλά δεν ήταν και εντελώς εγκαταλελειμμένο. Στην όχθη, στεκόταν ένας κουρασμένος και μέσα στα αίματα άνθρωπος με σχισμένα ρούχα, παρέα με τρεις κούνελους με φάτσες άγριες, όπως και η δική του. Ο Ράσελ Ρόμπινς ήταν ακόμη ζωντανός και σε μια νέα αποστολή εκδίκησης μαζί με τους τρεις νέους του συνεργούς.

Έχοντας γλιτώσει φτηνά από τα νύχια του γερακιού με μονάχα λίγα μικρά τραύματα, αλλά έχοντας χάσει το αυγό-τρόπαιο του, ο Ρόμπινς είχε βρεθεί να τριγυρίζει άσκοπα για μέρες. Τότε, η τύχη του είχε χαμογελάσει όταν τυχαία συνάντησε τον Λοχαγό Δαμιανό και τη περιπολία του. Αρπάζοντας την ευκαιρία, είχε κάνει μια συμφωνία με τον Εφραφανό αξιωματικό, ζητώντας να τον πάει να μιλήσει με τον Στρατηγό Ακάνθινο, ο μόνος που θα μπορούσε να τον βοηθήσει.

Στην αρχή, οι Εφραφανοί δεν ήταν και πολύ πρόθυμοι να βοηθήσουν έναν, από πρώτης απόψεως, άχρηστο ξένο, και ιθέλ κιόλας, και σκέφτονταν να τον σκοτώσουν. Αλλά ο Δαμιανός, βλέποντας τη χρυσή ευκαιρία για εκδίκηση ενάντια σε εκείνον τον άθλιο άνθρωπο που είχε ταπεινώσει εκείνον και τους στρατιώτες του που του είχε παρουσιαστεί κυριολεκτικά σε ασημένιο πιάτο, συμφώνησε και επέτρεψε στον Ρόμπινς να έρθει μαζί τους και όχι ως αιχμάλωτος τους.

Ως μέρος του σχεδίου του, ο Ρόμπινς τους είχε οδηγήσει πίσω στο Σάντλεφορντ, ώστε να βρουν το Τσέσνα του Άλαν, προτού αναχωρήσουν για τη Έφραφα, ώστε να παρουσιαστεί ενώπιον του Στρατηγού Ακάνθινου με μια πρόταση πολεμικής συμμαχίας μεταξύ των δυο τους. Αν και ήταν ρίσκο, με μεγάλη πιθανότητα ο Ακάνθινος να τον κρατήσει αιχμάλωτο ή και να τον σκοτώσει, ο Ρόμπινς δεν θα αποδεχόταν ακόμη την ήττα. Ο εχθρός του του είχε ήδη ξεφύγει δυο φορές. Όμως δεν θα υπήρχε τρίτη φορά.

«Αυτό λοιπόν είναι το ιπτάμενο χρουντουντού σου;» ρώτησε με αηδία ο Μολόχας, κοιτάζοντας το ακινητοποιημένο αεροπλάνο, «Εμένα πάντως δεν μου φαίνεται πως μπορεί να πετάξει!» Ο Δαμιανός αγριοκοίταξε τον Ρόμπινς.

«Εάν όλη αυτή η ιστορία βγει χάσιμο του χρόνου μου, δεν θα γλιτώσεις την οργή του Στρατηγού! Θα σε παραδώσω εγώ ο ίδιος σε εκείνον!» Αν και είχε δεχτεί, με μεγάλη απροθυμία, να συνεργαστεί με τον Ρόμπινς, τον ενοχλούσε δίχως τέλος το ότι αυτός ο άνθρωπος του είχε να κόβουν βόλτες τριγύρω στην εξοχή και να τους διατάζει, λες και ήταν λοχαγός της Άουσλα! Κανένας Εφραφανός δεν δεχόταν διαταγές από παρείσακτο, πόσο μάλλον από άνθρωπο! Ο Ρόμπινς χαμογέλασε αδιάφορα, δίχως να φοβάται την απειλή του Δαμιανού.

«Εάν θυμάμαι καλά, γκρινιάρη φίλε μου, και εσύ πρόκειται να τα βρεις σκούρα με τον αρχηγό σου εάν γυρίσεις πίσω με άδεια χέρια.» Μιλούσε φυσικά για τις κουνέλες που είχαν δραπετεύσει από την Έφραφα, τις οποίες η περιπολία του Δαμιανού ακόμη δεν είχε ξαναπιάσει, «Εάν θέλεις να αποφύγεις αυτή τη δυσάρεστη προοπτική, σε συμβουλεύω να τηρήσεις τη συμφωνία μας!»

Πέρα από το ότι ήταν ύπουλος και ανελέητος στις μεθόδους του, μια άλλη αρετή του Ρόμπινς ήταν να εκμεταλλεύεται τις αδυναμίες των άλλων, ώστε να κερδίσει την εμπιστοσύνη τους, ή απλώς να τους αναγκάσει να συνεργαστούν. Ακόμη και ο διαβόητος Δαμιανός δεν αποτελούσε εξαίρεση.

«Υποσχέθηκες ότι θα οδηγήσεις το Στρατηγό στο δρόμο της απόλυτης δόξας,» είπε ο Δαμιανός, ενοχλημένος από την αυθάδεια του Ρόμπινς, «Για το καλό σου, ελπίζω να μην είναι καμιά μπλόφα!»

Παρότι του άναβε τα αίματα να τον κουμαντάρει αυτός ο αυθάδης ξένος, δυστυχώς ήξερε πως ο Ρόμπινς είχε δίκιο. Πέρα από τις δραπέτευσες κουνέλες που είχε αφήσει να του ξεγλιστρήσουν, το συμβάν με εκείνον τον ελεεινό, τον Τζόνσον, ο οποίος τον είχε κάνει ρεζίλι μπροστά στους συντρόφους του, δεν θα έκανε καθόλου καλή εντύπωση στον Ακάνθινο. Στα μάτια του Στρατηγού, η αποτυχία ήταν αδικαιολόγητη και τιμωρούνταν με αφαίρεση βαθμού, ακόμη και με θάνατο. Όσο φανατικά πιστός και να ήταν στον κύριο του, ο Δαμιανός πάντα κοίταζε πρώτα το συμφέρον του, χρησιμοποιώντας κάθε μορφή δειλίας, ώστε να αποφύγει μπελάδες.

Ικανοποιημένος πως η συνεργασία τους εξακολουθούσε να ισχύει, ο Ρόμπινς παρηγόρησε τον Δαμιανό, «Λοχαγέ Δαμιανέ, εγώ είμαι άνθρωπος που τηρεί το λόγο του. Βοήθησε με να ολοκληρώσω την αποστολή μου, και ως αντάλλαγμα, σου εγγυώμαι πως θα επιστρέψεις στην Έφραφα ήρωας, φέρνοντας έναν χρήσιμο και δυνατό σύμμαχο για τον αρχηγό σου, ο οποίος θα σας οδηγήσει όλους στη δόξα και απόλυτη εξουσία - η τέλεια ευκαιρία να πάρουμε και οι δυο μας την εκδίκηση μας!» Τα μάτια του Δαμιανού έλαμψαν από κακία.

«Ναι, θα πάρω εκδίκηση από εκείνον τον ελεεινό ταραχοποιό ακόμη και αν πεθάνω! Κανείς δεν τολμά να με αψηφά, πόσο μάλιστα ένας άχρηστος, βρώμικος άνθρωπος! Χωρίς παρεξήγηση,» πρόσθεσε, βλέποντας το βλοσυρό ύφος του Ρόμπινς, «Αυτός και τα τσιράκια του θα βρεθούν να με ικετεύουν για το θάνατο!»

«Το πήρες από το στόμα μου, λοχαγέ Δαμιανέ,» είπε ο Ρόμπινς, «Μην ανησυχείς. Με εμένα στο πλευρό σας, σύντομα θα θριαμβέψουμε!» Παρότι ο Δαμιανός ήταν καταχαρούμενος, τυφλωμένος από τη δίψα του για εκδίκηση, οι άλλοι στρατοκούνελοι εξακολουθούσαν να έχουν αμφιβολίες περί της αξιοπιστίας του Ρόμπινς.

«Ακόμη δεν μας έχεις εξηγήσει ακριβώς πως σκοπεύεις να οδηγήσεις τον Στρατηγό στην απόλυτη δόξα,» είπε καχύποπτα ο Μολόχας, «Εάν είναι κάποιο κόλπο για να οδηγήσεις το Στρατηγό σε παγίδα, θα το πληρώσεις με βασανιστήρια και θάνατο!"

Αν και ο κανονισμός της Άουσλα στη Έφραφα απαιτούσε από κάθε στρατοκούνελο να ακολουθεί τη κρίση των ανωτέρων τους χωρίς αντίρρηση, ο Μολόχας είχε ένα πολύ άσχημο συναίσθημα για αυτόν τον τύπο τον Ρόμπινς. Ο Ρόμπινς ωστόσο ήταν απόλυτα ψύχραιμος.

«Πολύ αντιθέτως, αγαπητέ μου, έχω ένα ξεχωριστό δώρο για το Στρατηγό σας, ως απόδειξη για τις καλές προθέσεις μου. Εάν φυσικά δεχτεί τη πρόταση μου περί συμμαχίας μεταξύ των δυο μας.» Μιλούσε φυσικά για τις τρεις πυρηνικές κεφαλές, οι οποίες βρίσκονταν ακόμη πίσω στο κουνελότοπο του Πασχαλίτσα, περιμένοντας κάποιον να τις μαζέψει. Αν και ο Ντέρεκ είχε καταστρέψει τους κωδικούς όπλισης καθώς και είχε κατασχέσει το κλειδί, οι κεφαλές μπορούσαν ακόμη να χρησιμοποιηθούν για ένα μεγαλύτερο, πιο θανατηφόρο σχέδιο το οποίο ο Ρόμπινς σκόπευε να θέσει σε ισχύ.

«Εγώ, και μόνο εγώ, κρατώ το κλειδί της απόλυτης εξουσίας,» είπε στον Μολόχα, «Δεν πιστεύω ο μεγάλος και τρανός Στρατηγός Ακάνθινος να πετάξει μια χρυσή ευκαιρία σαν και αυτή;»

Αν και εξακολουθούσε να έχει τις αμφιβολίες του ο Μολόχας, η τελική απόφαση ήταν του Στρατηγού και όχι δική του, οπότε δεν έσπρωξε παραπέρα το θέμα.

«Λοιπόν, τι κάνουμε τώρα;»

«Πρώτα, θα επιχειρήσουμε να βγάλουμε αυτό το αναθεματισμένο το αεροπλάνο από το βούρκο. Εάν ακόμη λειτουργεί, σύντομα θα βρισκόμαστε στο δρόμο προς τη Έφραφα, να με παρουσιάσετε στον αρχηγό σας. Και τότε, το σχέδιο εκδίκησης μας μπορεί να ξεκινήσει!» Γύρισε να κοιτάξει πάνω από τις κορυφές των δέντρων προς το νότο, όπου βρισκόταν ο Λόφος του Γουότερσιπ.

«Ελπίζω εσύ και οι φίλοι σου να απολαύσετε την ευτυχία σας όσο κρατήσει, Τζόνσον,» μουρμούρισε με ένα μακάβριο χαμόγελο, «Γιατί σύντομα επιστρέφω να σας καταστρέψω όλους!»

Χρησιμοποιώντας το βαρούλκο που είχε αυτοσχεδιάσει ο Ντέρεκ από τα συντρίμμια του ελικοπτέρου, ο Ρόμπινς έδεσε τη μια άκρη του συρματόσκοινου σε ένα δέντρο και την άλλη στο σύστημα προσγείωσης του αεροπλάνου. Με το Μολόχα και τον Έβανς να τραβούν με όλη τους τη δύναμη στο σχοινί σαν μουλάρια και με τον Ρόμπινς, βυθισμένο μέχρι τα γόνατα στη λάσπη, να σπρώχνει την άτρακτο από την ουρά, σιγά-σιγά το αεροπλάνο άρχισε να ανεβαίνει πάνω στη ράμπα από ξύλα που είχαν φτιάξει και έξω από το βούρκο.

Σύντομα το αεροπλάνο βρισκόταν πάλι σε στεγνό έδαφος, ταλαιπωρημένο και μέσα στις λάσπες, αλλά ακόμη ανέπαφο και έτοιμο για πτήση. Αφού καθάρισαν έναν πρόχειρο διάδρομο απογείωσης στο διπλανό αγρό, ήταν έτοιμοι για απογείωση. Ο Ρόμπινς, καθισμένος στη θέση του πιλότου και τα κουνέλια στις άλλες τρεις, έβαλε μπρος τη μηχανή.

Μέσα στο φως του δειλινού, το μικρό αεροπλάνο βρέθηκε και πάλι στον ουρανό, ακολουθώντας μια σταθερή πορεία νότια, όπου ο Δαμιανός είχε πει βρισκόταν η Έφραφα. Εκεί, ο Ρόμπινς ήλπιζε να εξασφαλίσει μια συμμαχία με τον περιβόητο Στρατηγό Ακάνθινο, ο οποίος θα τον βοηθούσε να πάρει την εκδίκηση του. Σύντομα, ο Άλαν και οι φίλοι του θα βρίσκονταν αντιμέτωποι με έναν πολύ πιο επικίνδυνο και θανατηφόρο εχθρό!

Σημείωση από τον συγγραφέα: Έτοιμη και η ενότητα 16! Συγνώμη για τη καθυστέρηση, αλλά το τελευταίο τρίμηνο μου ήταν πολύ φορτωμένο. Παρακαλώ αφήστε καμιά κριτική!